Το θηριώδες σκαρί του πλοίου που φέρει το όνομα «Τιτανικός», που κατά την διάρκεια της ναυπήγησης του διαφημιζόταν ως «το πιο σύγχρονο και ασφαλές σκάφος» της εποχής του, ταξίδεψε εν τέλει στις ράγες της ιστορίας ως συνώνυμο, όχι μόνο κάθε κατοπινού ναυαγίου, αλλά και κάθε ανθρώπινης τραγωδίας, πολύνεκρης και αιματηρής συμφοράς που ακολούθησε χρονικά την τραγική μοίρα του πρώτου και τελευταίου του ταξιδιού, με ρότα από το Σαουθάμπτον του Αγγλικού νότου, στην Νέα Υόρκη.
Οι συνθήκες που επικρατούσαν πάνω στο τεράστιο πλοίο την ώρα που πλησίαζε στο θάνατο, μάλιστα, όπου οι εύποροι επιβάτες της πρώτης θέσης τρωγόπιναν και χόρευαν σχεδόν παραδομένοι στο μεθύσι, στο σαλόνι του βαποριού έχει μείνει στην ιστορία ως συνώνυμο της εγκληματικής αδιαφορίας για ότι συμβαίνει γύρω...
Κι όμως… Όταν συνελήφθη το πρωτόγνωρα μεγαλόπνοο για εκείνη την εποχή, σχέδιο της ναυπήγησης του στα μέσα του 1907 από τον πρόεδρο της βρετανικής ναυτιλιακής εταιρείας White Star Line, Μπρους Ισμέι, και τον αμερικανό τραπεζίτη Τζον Πίερποντ Mόργκαν του ιδρυτή της J. P. Morgan, ιδιοκτήτη της μητρικής εταιρείας International Mercantile Marine, οι εμπνευστές του περιέγραφαν το θεμέλιο μιας παγκόσμιας, ίσως και μονοπωλιακής θαλασσοκρατορίας.
Το «όνειρο» κράτησε μόλις πέντε χρόνια και την ώρα που τελείωνε έδωσε τη θέση του σε έναν ανείπωτο εφιάλτη που σπάνια κατεγράφη όμοιος του, στην παγκόσμια ιστορία, μέχρι και σήμερα, ακριβώς 106 χρόνια μετά το μοιραίο τέλος.
Την Τετάρτη, 10 Απριλίου 1912, ο Τιτανικός θα ξεκινούσε για το πρώτο και τελευταίο ταξίδι του
Το πολυτελές υπερωκεάνιο, με καπετάνιο τον 62χρονο εγγλέζο Έντουαρντ Σμιθ (αρχικαπετάνιο της White Star Line) και πλήρωμα 885 άνδρες και γυναίκες, θα μετέφερε 1.339 επιβάτες, με δυο ενδιάμεσες σταθμεύσεις, στον τελικό προορισμό του, που ήταν το λιμάνι της Νέας Υόρκης. Η άφιξή του ήταν προγραμματισμένη για τις 17 Απριλίου. Οι περισσότεροι από τους επιβάτες του δεν πρόλαβαν να δουν ποτέ από κοντά την επιβλητική Αμερικανική μεγαλούπολη. Μετά την αναχώρησή του από τον ενδιάμεσο σταθμό, το Κορκ της Ιρλανδίας, το πολυτελές υπερωκεάνειο χάραξε πορεία προς τη Νέα Υόρκη δια μέσου του Βορείου Ατλαντικού.
Οι πρώτες τρεις μέρες του ταξιδιού πέρασαν χωρίς απρόοπτα
Παρά τις προειδοποιήσεις για επιπλέοντα παγόβουνα στην περιοχή του Νιουφάουντλαντ, το πολυτελές υπερωκεάνειο έπλεεε με πρόσω τις μηχανές, καθώς όπως πίστευε ο καπετάνιος Σμιθ τα παγόβουνα δεν αποτελούσαν ιδιαίτερο κίνδυνο για ένα πλοίο της κλάσης του Τιτανικού.
Όμως, στις 11:40 μ.μ. της 14ης Απριλίου συνέβη το μοιραίο
Ο Τιτανικός, πλέοντας με σχετικά υψηλή ταχύτητα των 22 κόμβων και χωρίς καμιά προφύλαξη, προσέκρουσε σε παγόβουνο, 37 δευτερόλεπτα αφότου έγινε αντιληπτό από το πλήρωμα. Πέντε από τα στεγανά του πλοίου αρχίζουν να μπάζουν νερά και η πλώρη άρχισε να καταβυθίζεται.
Πλήρωμα και επιβάτες ήταν ανέτοιμοι για μια τέτοια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης
Οι σωστικές λέμβοι επαρκούσαν μόνο για τους μισούς επιβαίνοντες. Επικράτησε πανικός. Στις 12:05 π.μ. της 15ης Απριλίου ο καπετάνιος διατάσσει να ετοιμαστούν οι σωσίβιοι λέμβοι. Στις 12:45 π.μ. η πρώτη σωσίβια λέμβος με γυναικόπαιδα, όπως επιτάσσει το πρωτόκολλο, «κατεβαίνει» στη θάλασσα. Στις 2:20 μ.μ. ο Τιτανικός βυθίζεται, λίγα δευτερόλεπτα αφότου έσπασε στα δύο.
Οι εναπομείναντες επιβάτες και μέλη του πληρώματος πηδούν στα παγωμένα νερά του Β. Ατλαντικού για να σωθούν, αλλά βρίσκουν σχεδόν ακαριαίο θάνατο από υποθερμία ή καρδιακή προσβολή, καθώς η θερμοκρασία του νερού είναι στους -2 βαθμούς Κελσίου.
Τα σήματα κινδύνου του βυθιζόμενου Τιτανικού δεν απέδωσαν αμέσως, καθώς παραπλέοντα πλοία δεν υπήρχαν. Στις 4:10 π.μ. το υπερωκεάνειο Καρπάθια της Cunard Line βρέθηκε στον τόπο του ναυαγίου και περισυνέλεξε τους πρώτους ναυαγούς. Στις 8:30 π.μ. περισυλλέγονται και οι επιβάτες της τελευταίας σωστικής λέμβου και το Καρπάθια με τους 711 διασωθέντες θα καταπλεύσει στο λιμάνι της Νέας Υόρκης στις 18 Απριλίου 1912.