Από αυτήν τη μαύρη μέρα, μια κακή Τρίτη ένα εφιαλτικό ξημέρωμα, της 29ης Μαΐου του 1453 ξεκίνησαν να ανοίγουν οι πληγές της σκλαβιάς του Ελληνισμού, από τον Οθωμανικό ζυγό. Η πτώση της Πόλης, της πιο λαμπρής από όλες του τότε κόσμου ήρθε να χαράξει, την πιο οδυνηρή μνήμη, να επισφραγίζει την πιο βίαιη απώλεια από το σώμα του Ελληνικού φωτός. Δυο μήνες άντεξε την πολιορκία η περιούσια Βασιλεύουσα… Κι ύστερα… Μακριά νύχτα… Αίμα… Θεμέλια παρακμής.
Δεν είναι οι κουβέντες ενός εθνικιστή τούτες εδώ. Ο Εθνικισμός άλλωστε μόνο βία και μίσος γεννάει. Άλλο είναι. Η ηχηρή κραυγή πόνου του ακρωτηριασμού που ταξιδεύει με αμείωτη ένταση εδώ και 568 χρόνια, στους αιώνες, στις γενιές, στην ιστορία. Τώρα πια τα πράγματα έχουν παγιωθεί κι έτσι όπως δεν δικαιούμαστε να ονειρευόμαστε νέο ανακάτεμα της τράπουλας, απλώς θυμόμαστε… Μαθαίνουμε… Καταγράφουμε… Αυτό τουλάχιστον δεν μπορεί να το εμποδίσει κανένας νόμος, ή διπλωματική τακτοποίηση…
Τότε λοιπόν, εκείνη την ημέρα, ο Μεχμέτ Β΄ (γιατί αυτό είναι το πραγματικό όνομα του σουλτάνου ο οποίος μετέπειτα έλαβε το προσωνύμιο του Πολιορκητή από τον προφήτη…) οδήγησε 200.000 στρατό απέναντι σε 8.000 Έλληνες που έμειναν να υπερασπίζονται την Κωνσταντινούπολη, ματαίως. Ο Σουλτάνος θα επιμείνει στην διατήρηση του πρώτου Πατριαρχείου, μάλιστα επαναφέρει το Γεννάδιο Σχολάριο από την Αδριανούπολη όπου ως αιχμάλωτος είχε μεταφερθεί και καθιστά το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ως το μακροβιότερο θεσμό παγκοσμίως.
Η δίμηνη πολιορκία που προαναφέραμε διήρκεσε από τις 6 Απριλίου έως την Τρίτη, 29 Μαΐου 1453 (Ιουλιανό ημερολόγιο). Η άλωση αυτή της Κωνσταντινούπολης, σήμανε και το τέλος της υπερχιλιετούς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Το Βυζάντιο ήταν ήδη εξασθενημένο και διαιρεμένο τους τελευταίους δύο αιώνες, σκιά της παλιάς Αυτοκρατορίας. Η Άλωση του 1204 από τους Σταυροφόρους και αργότερα, μετά την επανάκτησή της το 1261, οι πολιτικές και θρησκευτικές έριδες, η αδυναμία βοήθειας από την Δύση, η άσχημη οικονομική κατάσταση και η φυγή ανθρώπινου δυναμικού, οδήγησαν στη σταδιακή εξασθένηση και συρρίκνωση. Η κατάληψη της Καλλίπολης το 1354 από τους Οθωμανούς, η οποία έφερε ορδές φανατικών μουσουλμάνων πολεμιστών στην Ευρώπη, σταδιακά κύκλωσε εδαφικά το Βυζάντιο, το οποίο έγινε το 1373 φόρου υποτελές στον Οθωμανό σουλτάνο. Έτσι, η Άλωση ήλθε ως φυσικό αποτέλεσμα και της αδιάκοπης επέκτασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην ευρύτερη περιοχή.
Ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος έμεινε μέχρι τελευταία στιγμή να πολεμάει για την υπεράσπιση των τειχών, όμως επειδή το πτώμα του δεν βρέθηκε ποτέ, η μνήμη του τελευταίου βυζαντινού αυτοκράτορα έγινε η θρυλική μορφή της λαϊκής μούσας. Το τουρκικό σαρίκι μέσα στη Βασιλεύουσα πυροδοτεί τη λογοτεχνική παραγωγή των Θρήνων, ένα είδος της δημοτικής ποίησης που μας απασχολούν στην Ελλάδα ως η νεότερη παραγωγή τραγουδιών στον Νέο Ελληνισμό.
Θυμητάρι της σύμφυτης με την ύπαρξη της Πόλης, λάμψης, που η άλωση θάμπωσε, η μεγαλόπρεπη Αγιά Σοφιά. Πολύπαθη μα υποβλητική δρασκελίζει τους αιώνες, όχι ως απλός ναός, μα σαν ένα αιώνιο σύμβολο.
Από το 537 (ο ομώνυμος ναός του 360 που είχε ανεγερθεί στο ίδιο σημείο, απαλλοτριώθηκε προς θεμελίωση του υπάρχοντος)[5] μέχρι το 1453 λειτουργούσε ως βυζαντινός χριστιανικός καθεδρικός ναός της πόλης, με εξαίρεση την περίοδο 1204–1261, κατά την οποία ήταν ρωμαιοκαθολικός ναός. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης μετετράπη σε ισλαμικό τέμενος, ενώ το 1934 σε μουσειακό χώρο (Ayasofya Müzesi). Στις 10 Ιουλίου 2020, ανακοινώθηκε η δεύτερη ιστορικά μετατροπή του σε ισλαμικό τέμενος, από τον πρόεδρο της Τουρκίας. Στο σημείο όπου ανεγέρθηκε η Αγία Σοφία υπήρχε ομώνυμος ναός[5] κτισμένος επί Κωνσταντίνου Α΄ και Κωνσταντίνου Β΄, ο οποίος, όμως, κάηκε κατά τη Στάση του Νίκα (532 μ.Χ.).
Ανήκει στις κορυφαίες δημιουργίες της βυζαντινής ναοδομίας, όντας πρωτοποριακού σχεδιασμού και αρχιτεκτονικής συνθέσεως, και υπήρξε σύμβολο της πόλης, τόσο κατά τη βυζαντινή όσο και κατά την οθωμανική περίοδο όσο και σήμερα. Το παρόν κτήριο ξεκίνησε να ανεγείρεται το 532 και εγκαινιάσθηκε στις 27 Δεκεμβρίου του 537, επί βασιλείας του Ιουστινιανού Α΄, από τους Μικρασιάτες μηχανικούς Ανθέμιο από τις Τράλλεις (σημ. Αϊδίνιο) και Ισίδωρο από τη Μίλητο. Στο ίδιο σημείο, επί του πρώτου λόφου της Κωνσταντινούπολης και σε μικρή απόσταση από το Μέγα Παλάτιον και τον Ιππόδρομο της πόλης, είχαν χτιστεί παλαιότερα δύο ακόμα ναοί που καταστράφηκαν, επίσης, από πυρκαγιά.