Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Γιώργος Φούντας, ο Έλληνας ηθοποιός που κλήθηκε από τους παραγωγούς του James Bond, να ενσαρκώσει τον Θρυλικό πράκτορα, την εποχή που ο Σον Κόνερι τους ανακοίνωσε την απόφαση του, να διακόψει τη συνεργασία του μαζί τους. Η προοπτική αυτή δεν ευδοκίμησε, αφού ο Γιώργος Φούντας επικαλέσθηκε πλημμελή γνώση της Αγγλικής γλώσσας.
Το Μαύρο Λιθάρι Φωκίδας είναι ένα ορεινό χωριό της Ρούμελης, ένας μαγευτικός τόπος, όπου το βλέμμα, χάνεται ανάμεσα σε επιβλητικά έλατα και πλατάνια, οι ανάσες βγαίνουν βαθιές και το υψόμετρο των 1150 μέτρων, δίνει την αίσθηση της απόλυτης γαλήνης και της ακατέργαστης ελευθερίας. Ένας επίγειος παράδεισος. Λίγοι όμως ξέρουν πως αυτός ο παράδεισος γέννησε τον ‘Έλληνα παρ’ ολίγον διάδοχο του Σον Κόνερι στην ενσάρκωση του Τζέιμς Μποντ. Έναν ηθοποιό για τον οποίο η Δέσπω Διαμαντίδου, είχε πει πως «αν ήξερε καλά Αγγλικά θα είχε γράψει ιστορία στον λαμπερό κόσμο του Holywood» Και, μάλλον, η κορυφαία ηθοποιός, δεν είχε άδικο.
Ο Γιώργος Φούντας είχε «σπάσει ταμεία» το 1955, ως «Μίλτος, ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού», στη «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη, διασκευή της θεατρικής «Στέλλας με τα κίτρινα γάντια» του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Εκεί, ως σκληρός αλλά και πρωτόγονα συναισθηματικός εραστής της Μελίνας, έστησε τον χαρακτήρα του ατόφιου αρσενικού, του «σκληρού», χαρακτήρα με τον οποίο έγραψε ιστορία, έλαμψε αξεπέραστα στον Ελληνικό κινηματογράφο.
Κι ήταν αυτό το σκαρί που σταδιακά απασχόλησε, πολλούς κορυφαίους κινηματογραφικούς παραγωγούς, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, μη εξαιρουμένης και της «Μέκκας» του κινηματογράφου. Κι ήταν ο Φούντας που αγνοούσε επιδεικτικά όλο αυτό το ενδιαφέρον. «Εγώ φοβάμαι τα αεροπλάνα. Κι ύστερα δεν τα μιλάω αυτά τα ρημάδια τα εγγλέζικα», έλεγε τότε – μάλλον προσχηματικά, ο σκληροτράχηλος Ρουμελιώτης, που είχε μετοικήσει στον Πειραιά κι είχε κάνει «χαρμάνι» τους αέρηδες του βουνού και του Λιμανιού. Και γράφω «προσχηματικά» γιατί αυτήν την απάντηση την έδινε στις οχλήσεις που δεχόταν, ενώ βρισκόταν, στις Κάνες, τη Βενετία, το Λονδίνο…
Το 1966, όμως, ο κύβος φαίνεται να έχει ριφθεί. Ο Σον Κόνερι ανακοινώνει στους Παραγωγούς του θρυλικού Τζέιμς Μποντ, ότι «δεν θα παίξει στην επόμενη ταινία της σειράς που ήταν ‘Στην υπηρεσία της αυτής Μεγαλειότητος’ λόγω οικονομικών διαφορών».
Τότε οι παραγωγοί Harry Saltzman και Albert R. Broccoli, «απλώνουν τα δίχτυα τους ως την Ελλάδα και πιέζουν το Γιώργο Φούντα να πάει στο Λονδίνο και να περάσει το casting, ώστε να ενσαρκώσει το θρυλικό Πλωτάρχη της MI 6 σε πέντε ταινίες! Ο Φούντας προβάλλει τις πάγιες ενστάσεις, όμως ο Φίνος τον πείθει «να μπει στο αεροπλάνο» και να πάει στο Λονδίνο.
Εκεί σαρώνει στο casting και μένει στην τελική τριάδα. Μέσα του όμως επικρατεί το Ρουμελιώτικο αγύριστο κεφάλι και αυτουπονομεύεται. Λέει «δεν θα το βγάλω» υποκλίνεται στους παραγωγούς και μπαίνει στο αεροπλάνο της επιστροφής. Το ρόλο τελικά τον παίρνει ο «στεγνός» GEORGE LAZENBY, χωρίς να αφήσει αποτύπωμα, αφού «άντεξε» μόνο για μια ταινία.
Έτσι ο Γιώργος Φούντας, ένας φανατικός Παναθηναϊκός, που όμως έπαιξε μπάλα στην ΑΕΚ και έγραψε κινηματογραφική ιστορία ως ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού, ένας αφοσιωμένος αριστερός που είπε κάποτε στον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο «Τι χαμπάρια Κώτσο, τι κάνουν η κυρά και τα κουτσούβελα», ένας άνθρωπος κοντά στους ανθρώπους που διετέλεσε δυο τετραετίες, Αντιδήμαρχος Πειραιά, αλλά κυρίως ένας τεράστιος ηθοποιός δεν έγινε ποτέ ο Τζέιμς Μποντ. Κι ας ήταν ότι είχε ονειρευτεί, ακόμη κι ο ίδιος ο δημιουργός του, Ίαν Φλέμινκ…