Εκείνο το ζεστό πρωινό του Μάη ο Κώστας Καρράς είχε διάθεση για πολλή, εξομολογητική και απολογιστική κουβέντα. Με «έπιασε απροετοίμαστο» κι ας ήταν η πολλοστή φορά που περνούσα το κατώφλι του γραφείου του. Ήταν, ακόμα, βουλευτής της ΝΔ και η αφορμή εκείνης της πρωινής συνάντησης ήταν μια πολιτική συνέντευξη που θα μου παραχωρούσε για την εβδομαδιαία εφημερίδα «ΣΤΑΜΠΑ».
Εδώ που τα λέμε όμως μας έδενε μια φιλία, καλά στεριωμένη από χρόνια, κι έτσι οι συχνές, γεμάτες νόημα και γνώση συζητήσεις που κάναμε δεν χρειάζονταν ούτε αφορμές ούτε προσχήματα. Και απλώνονταν παντού, από την πολιτική ως το θέατρο και το σινεμά, που τίμησε πιστά ως το τέλος, και από πρόσωπα ως καταστάσεις που γνώρισε και βίωσε, κι έμαθα κι εγώ από το πέλαγος των γλαφυρών και παραστατικών αφηγήσεών του. Έτσι κι εκείνο το πρωινό.
Η συνέντευξη τέλειωσε σε 20 λεπτά. Το μαγνητόφωνο έκλεισε κι εκεί άρχισε το ζουμί της συζήτησης. Κεφάτος ο Κώστας Καρράς σε έναν χώρο κατάφορτο με βιβλία… Ήταν όλα ίδια όπως σε κάθε μας συνάντηση. Μία και μοναδική, αλλά οδυνηρή ήταν η διαφορά με άλλοτε. Αυτή ήταν η τελευταία από κάπου είκοσι συναντήσεις μας. Δεν ήξερα τότε το γιατί. Θα το μάθαινα μετά τις εκλογές του Σεπτέμβρη εκείνης της χρονιάς, με ένα τηλεφώνημα από τον ίδιο τον Κώστα. «Πρόβλημα, Γιάννο… Καρκίνος, αλλά θα τον παλέψω». Πάγωσα. Κλείσαμε το τηλέφωνο με τη δέσμευση ότι «θα τα πούμε σύντομα» – μια δέσμευση που δεν τηρήθηκε κι ακόμα το φέρνω βαριά, γιατί εγώ έχω την ευθύνη γι' αυτό.
Ας γυρίσουμε ξανά σε εκείνον τον, φαινομενικά, ανέμελο Μάη. Αφού έκλεισε το μαγνητόφωνο της συνέντευξης. Μιλήσαμε για τη Λαμπέτη, που ερωτεύτηκε, για το «Θυμήσου τον Σεπτέμβρη», το ωραιότερο ελληνικό τραγούδι του φθινοπώρου που ερμήνευσε με μοναδικό τρόπο ο Κώστας σε μια παράσταση. «Το έργο ήταν αγγλικό, μια κομεντί του Νόελ Κάουαρντ και στον θίασο της Έλλης συμμετείχα, όπως και ο Κώστας Καζάκος, η Δέσποινα Νικολαΐδου και η νεαρή Νένα Μεντή.
Η Έλλη ήθελε να τελειώνει το έργο με τραγούδι, που με τη φωνή του Κώστα Καρρά θα ακουγόταν από τα μεγάφωνα καθώς θα έφευγε ο κόσμος από το θέατρο. Με δική της παραγγελία λοιπόν, και μάλιστα της τελευταίας στιγμής, γράψαμε με τον Γιάννη Σπανό το τραγούδι "Θυμήσου τον Σεπτέμβρη", μια και έτσι θα λεγόταν και το έργο» μου είπε εκείνο το πρωινό. Κι ύστερα μου μίλησε για τον φίλο του τον Αλέκο Αλεξανδράκη, τη Ζωζώ Σαπουντζάκη, που την είχε συνοδεύσει σε μια διαδήλωση στην Πανεπιστημίου, για την πολιτική, αλλά κυρίως και εντέλει για την οικογένειά του. Τη γυναίκα του Αγγελική Μπαρούτσου, ένα υπερταλαντούχο πλάσμα που λάτρευε, και τον γιο του Βασίλη, που πάντα τον καμάρωνε.
Από το 1963 που αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Πέλου Κατσέλη, ο Κώστας Καρράς άρχισε να ξεχωρίζει. Την ίδια χρονιά έκανε το ντεμπούτο του με τον θίασο του Δημήτρη Παπαμιχαήλ στην «Ποντικοπαγίδα» της Αγκάθα Κρίστι. Ακολούθησε η επιτυχημένη συνεργασία του με την Έλλη Λαμπέτη και εμφανίστηκε, μεταξύ άλλων, σε έργα όπως «Γυμνοί στο πάρκο» του Νιλ Σάιμον και στο «Λεωφορείον ο Πόθος» του Τένεσι Ουίλιαμς. Συνεργάστηκε, επίσης, με τον θίασο της Τζένης Καρέζη και την Ελληνική Λαϊκή Σκηνή, ενώ διετέλεσε συνθιασάρχης με άλλους ομοτέχνους του (Άγγελο Αντωνόπουλο, Γιώργο Μιχαλακόπουλο, Ανδρέα Μπάρκουλη, Θύμιο Καρακατσάνη, Μαίρη Χρονοπούλου, Σωτήρη Μουστάκα, Σμαρούλα Γιούλη κ.ά.).
Στο διάστημα 1982-1987 λειτούργησε δικό του θίασο και σημείωσε προσωπική επιτυχία στο «Ημερολόγιο ενός τρελού» του Γκόγκολ και στο «Blithe Spirit» του Νόελ Κάουαρντ, ενώ συνεργάστηκε και με το Εθνικό Θέατρο. Στη δεκαετία του 1990 δημιούργησε ξανά δικό του θίασο, ενώ συνεργάστηκε με τα ΔΗΠΕΘΕ Ρούμελης και Πάτρας. Η τελευταία θεατρική εμφάνισή του ήταν στο ΚΘΒΕ.