Καθώς πλησιάζει η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες (14 Ιουνίου), τουρκικά μέσα ενημέρωσης προβαίνουν σε δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για δυτικές επενδύσεις δισεκατομμυρίων στη χώρα. Την ίδια ώρα, δυτικά μέσα ενημέρωσης μιλάνε για «πάγωμα» έως και απόσυρση επιχειρήσεων από την Τουρκία.
Σύμφωνα με την «Hurriyet», ο υπουργός Ενέργειας και Φυσικών Πόρων της Τουρκίας, Fatih Dönmez, δήλωσε ότι γερμανικές εταιρείες έχουν επενδύσει σχεδόν 25 δισεκατομμύρια ευρώ στον ενεργειακό τομέα της Τουρκίας, απασχολώντας πάνω από 15.000 άτομα.
Μιλώντας στο 3ο Τουρκικό - Γερμανικό Ενεργειακό Φόρουμ μέσω βίντεο, ο Dönmez
–θεωρώντας τη Γερμανία τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της χώρας του– είπε ότι το 2020 η αξία της διμερούς εμπορικής δραστηριότητας Γερμανίας - Τουρκίας άγγιξε τα 38 δισεκατομμύρια δολάρια.
Σύμφωνα με τον Dönmez, η Γερμανία κατατάσσεται πρώτη στις εξαγωγές στην Τουρκία, με 16 δισεκατομμύρια δολάρια, και δεύτερη στις εισαγωγές, με σχεδόν 22 δισεκατομμύρια δολάρια. Με επενδύσεις άνω των 13 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Τουρκία έως το 2019 και με σχεδόν 7.000 γερμανικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία, είπε ότι οι αριθμοί αντικατοπτρίζουν την εμπιστοσύνη που έχουν οι γερμανικές εταιρείες και επενδυτές στον τομέα και την τουρκική οικονομία.
Μάλιστα, κάλεσε τις γερμανικές εταιρείες να συμμετάσχουν πιο ενεργά στον τομέα του φυσικού αερίου της Τουρκίας καθώς και στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στην οποία εργάζεται η Τουρκία για να εξασφαλίσει καλύτερες συνθήκες αγοράς για τους επενδυτές.
Ο Dönmez σημείωσε ότι χάρη σε πέντε ομάδες εργασίας που δημιουργήθηκαν στο πλαίσιο του Τουρκικού - Γερμανικού Ενεργειακού Φόρουμ διεξάγεται ένα εντατικό πρόγραμμα εργασίας σε τομείς πιθανής συνεργασίας και έργων μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών φορέων στον ενεργειακό τομέα των δύο χωρών.
Ο υπουργός Οικονομίας και Ενέργειας της Γερμανίας, Peter Altmaier, υπογράμμισε τις μεγάλες δυνατότητες ενίσχυσης της διμερούς συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας, ιδίως των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, σύμφωνα με την ενεργειακή μετάβαση της Γερμανίας και τους παγκόσμιους στόχους για το κλίμα βάσει της Πράσινης Συμφωνίας της Ε.Ε.
Σε δηλώσεις την περασμένη Τρίτη τόνισε: «Πρέπει να παράγουμε περισσότερα προϊόντα για να αυξηθεί η ρευστότητα».
Δεύτερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας οι Ιταλοί
Το τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu επέλεξε να αναφερθεί στο πόσο καλοί εμπορικοί εταίροι είναι οι Ιταλοί, ενώ ο Ιταλός πρέσβης στην Άγκυρα τόνιζε ότι «πρέπει να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για να νικήσουμε την πανδημία».
«Πρέπει να ενώσουμε τις προσπάθειές μας για να νικήσουμε την πανδημία, για να αναζωογονήσουμε τις οικονομίες μας» δήλωσε ο πρέσβης της Ιταλίας στην Άγκυρα, Massimo Gaiani, και πρόσθεσε: «Η Τουρκία είναι ο κύριος εμπορικός εταίρος της Ιταλίας στη λεκάνη της Μεσογείου»
Μιλώντας σε διαδικτυακή εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε από την ιταλική πρεσβεία στην Άγκυρα με την ευκαιρία της Ημέρας της Δημοκρατίας (2 Ιουνίου), ο Massimo Gaiani δήλωσε ότι η φιλία μεταξύ των λαών των δύο χωρών ενώνει την Ιταλία και την Τουρκία.
Υπενθυμίζοντας ότι η Ιταλία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας στην Ε.Ε., ο Gaiani επισήμανε ότι η Ιταλία κατατάσσεται πρώτη μεταξύ των χωρών που επενδύουν στην Τουρκία.
«Ως πιστά μέλη της Ατλαντικής Συμμαχίας (ΝΑΤΟ) και ενεργά υποστηρικτές του συστήματος ειρήνης και ασφάλειας του ΟΗΕ στο διεθνές πλαίσιο, αντιμετωπίζουμε πολλές παγκόσμιες προκλήσεις μαζί. Πρέπει να ενώσουμε τις προσπάθειές μας για να νικήσουμε την πανδημία και να αναζωογονήσουμε τις οικονομίες μας» υπογράμμισε.
Όπως αναφέρει το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ιταλία χρονολογούνται από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία είχε στενές σχέσεις με πόλεις της Ιταλίας, όπως η Γένοβα και η Βενετία. Στην πραγματικότητα, οι σχέσεις μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Βενετίας χρονολογούνται από το 1381. Οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Ιταλίας ξεκίνησαν το 1856 (το 2006, η 150ή επέτειος των διπλωματικών σχέσεων γιορτάστηκε με διάφορες εκδηλώσεις).
Και οι Αμερικανοί επενδύουν στην Τουρκία
Σύμφωνα με το πρακτορείο Anadolu, ο Ερντογάν πρόσφατα πραγματοποίησε διαδικτυακή συνάντηση με τα ανώτερα στελέχη 26 παγκόσμιων εταιρειών με έδρα στις ΗΠΑ, μια εκδήλωση που διοργανώθηκε από το Εμπορικό Επιμελητήριο των ΗΠΑ, το Γραφείο Επενδύσεων της τουρκικής προεδρίας, την τουρκική πρεσβεία και την Ένωση Επιμελητηρίων και Ανταλλαγών Εμπορευμάτων της Τουρκίας (TOBB).
Παρευρέθηκαν μεγάλες εταιρείες, όπως οι Cargill, DowAksa, Hilton, MetLife, Netflix, Boeing, Kellogg, Google, General Electric, Varian Medical Systems, PepsiCo, Amazon, Cheniere Energy, Citi, P&G, Progress Rail, Tellurian, Medtronic, Archer Daniels Midland, Microsoft, Cisco, Honeywell Aerospace, Nova Power Solutions, Coca-Cola, Johnson & Johnson και Baker Hughes. Ο Ερντογάν συνομίλησε με στελέχη εταιρειών από τομείς όπως η γεωργία, η ενέργεια, η οικονομία, η υγεία, η πληροφορική, ο τουρισμός και η αεροπορία και απάντησε στις ερωτήσεις τους.
Τα στελέχη των εταιρειών, σύμφωνα με το δημοσίευμα, επικεντρώθηκαν στη δημιουργία μιας βαθύτερης και πιο δυναμικής σχέσης με την Τουρκία και στην ανάπτυξη συνεργασίας. Είπαν ότι η ενίσχυση του εμπορικού διαλόγου προς αυτή την κατεύθυνση θα συμβάλει στη διευθέτηση της συμφωνίας περί Ελεύθερων Συναλλαγών (ΣΕΣ) μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ και στην ενημέρωση της Τελωνειακής Ένωσης μεταξύ Τουρκίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπάρχουν τεράστιες δυνατότητες με πολλές ευκαιρίες για μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών σε όλους τους τομείς της οικονομίας, πρόσθεσαν. Τα στελέχη ανέφεραν επίσης ότι μπορεί να επιτευχθεί πολύ υψηλότερος όγκος συναλλαγών σε διμερείς εμπορικές σχέσεις χάρη στην ποιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών που παρέχονται από την Τουρκία.
Δυτικά μέσα ενημέρωσης: 25 μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις δεν σχεδιάζουν νέες επενδύσεις
Σύμφωνα με δημοσίευμα της «Die Welt», κορυφαίες γερμανικές επιχειρήσεις έχουν πάψει να αναζητούν ευκαιρίες για επενδύσεις στην Τουρκία. Η γερμανική εφημερίδα επικοινώνησε με 25 κορυφαίες γερμανικές εταιρείες για τα επενδυτικά τους σχέδια και τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στην Τουρκία, συμπεριλαμβανομένης της ασφαλιστικής εταιρείας Allianz, που έχει 2.500 υπαλλήλους στη χώρα. Αν και η επιχείρηση βλέπει μεγάλες δυνατότητες στην Τουρκία, δεν πρόκειται να πραγματοποιήσει πρόσθετες επενδύσεις, αναφέρει το ρεπορτάζ.
Ο χημικός γίγαντας BASF αναφέρει ότι δεν βλέπει δυνατότητες για νέες επενδύσεις στη χώρα. Με τρεις μονάδες παραγωγής, εννέα γραφεία και ένα κέντρο καινοτομίας στην Τουρκία, η BASF απασχολεί 700 άτομα. Η εταιρεία κατέγραψε κύκλο εργασιών 6,5 δισ. τουρκικών λιρών το προηγούμενο έτος.
Το 2017 η BASF τοποθετήθηκε σε μια λίστα «υποστηρικτών της τρομοκρατίας» από την Άγκυρα, μαζί με περίπου 650 γερμανικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων καθιερωμένων εταιρειών, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία Daimler. Ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Σίγκμαρ Γκάμπριελ, συμβούλευσε γερμανικές επιχειρήσεις να μην επενδύσουν στην Τουρκία. Οι Τούρκοι αξιωματούχοι αναδιπλώθηκαν αμέσως: απέδωσαν τη δημοσίευση του καταλόγου σε λάθος και τον απέσυραν γρήγορα.
Η Daimler, κατασκευάστρια των αυτοκινήτων Mercedes, ανέφερε στη «Die Welt» ότι δεν σχεδιάζει σημαντικές αλλαγές στην Τουρκία. Το ίδιο δήλωσε και εκπρόσωπος της E.ON. Η κορυφαία εταιρεία ενέργειας που συνεργάζεται με την τουρκική Sabanci Holding, ανακοίνωσε πέρυσι κύκλο εργασιών περίπου 26 δισ. τουρκικών λιρών. Σε κοινές θυγατρικές με τις τουρκικές εταιρείες Enerjisa Enerji και Enerjisa Üretim απασχολεί 10.000 άτομα.
Η βιομηχανία χημικών Evonik, η οποία δραστηριοποιείται εδώ και 30 χρόνια στην Τουρκία και συνεργάζεται με βιομηχανίες κλωστοϋφαντουργίας, αυτοκινήτων και κατασκευών, επίσης ανέφερε ότι δεν σχεδιάζει νέες επενδύσεις στην Τουρκία. Η γερμανική τράπεζα Deutsche Bank έχει εδραιωμένες σχέσεις με την Τουρκία από το 1888, ωστόσο δηλώνει στην εφημερίδα ότι δεν σκοπεύει να πραγματοποιήσει νέες επενδύσεις στο εγγύς μέλλον.
Η αλυσίδα σούπερ μάρκετ Metro απασχολεί 4.500 εργαζόμενους στην Τουρκία. Η επιχείρηση δεν αποκαλύπτει εάν σχεδιάζει νέα επενδυτικά σχέδια στην Τουρκία. Ωστόσο, δεν σκοπεύει να αποχωρήσει από τη χώρα.
Η Volkswagen ίδρυσε μονάδα παραγωγής στη βορειοδυτική βιομηχανική περιοχή της επαρχίας Μανίσα τον Οκτώβριο του 2019 με κεφάλαιο 943,5 εκατ. λίρες (127 εκατ. δολ.). Στη συνέχεια ανέστειλε τα σχέδια παραγωγής της λόγω τουρκικής εισβολής στη Βόρεια Συρία, η οποία ξεκίνησε τον ίδιο μήνα. Τον Ιούλιο του περασμένου έτους εγκατέλειψε εντελώς το έργο, επικαλούμενη τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας του κορονοϊού.
Σαρλ Μισέλ: Είμαστε έτοιμοι για μια πιο θετική ατζέντα, αλλά...
Από την άλλη, το τουρκικό πρακτορείο Ahval αναδημοσίευσε τη συνέντευξη του Σαρλ Μισέλ, προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στην «Καθημερινή», όπου αναφέρει το σαφές μήνυμά του προς την Τουρκία.
Έναν μήνα πριν τεθεί το θέμα της Τουρκίας και πάλι στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ο Σαρλ Μισέλ δήλωσε ότι παραμένει προσεκτικός, διότι όλα εξαρτώνται από τη συμπεριφορά της Άγκυρας. «Παραμένω προσεκτικός. Είχαμε την ευκαιρία να εκφράσουμε μια πολύ ισχυρή, ενωμένη θέση στις τουρκικές Αρχές. Είχαμε προετοιμαστεί σε στενό συντονισμό με τα 27 κράτη-μέλη, και ειδικά με την Ελλάδα και την Κύπρο. Στείλαμε ένα πολύ σαφές μήνυμα: Είμαστε έτοιμοι για μια πιο θετική ατζέντα, αλλά αυτό είναι υπό όρους, αναλογικό και αναστρέψιμο. Αυτό σημαίνει ότι θα εφαρμοστεί μόνο εάν υπάρξει πρόοδος σε διαφορετικούς τομείς – ειδικά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, στον οικισμό της Κύπρου, στα ανθρώπινα δικαιώματα. Θα εξαρτηθεί από τη συμπεριφορά της Τουρκίας».
Η Τουρκία κάνει ένα βήμα μπροστά και δύο πίσω, όπως τόνισε ο Μισέλ. «Δεν σκοπεύω να κάνω καμία αξιολόγηση πριν από τα τέλη Ιουνίου. Αλλά στο παρελθόν έχουμε παρατηρήσει ότι η Τουρκία μπορεί να κάνει ένα βήμα μπροστά και μετά δύο βήματα πίσω. Δεν είμαστε αφελείς. Η Τουρκία είναι γείτονας, είναι μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά είναι θεμελιώδες για την Ε.Ε. να διασφαλίσει ότι η χώρα υιοθετεί μια πιο θετική στάση απέναντι στο κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον – μεταξύ άλλων σε μέρη όπως η Λιβύη, η Συρία και ο Καύκασος. Η στάση της Τουρκίας σε αυτές τις συγκρούσεις στο παρελθόν δεν ήταν σύμφωνη με το συμφέρον της Ευρώπης. Είμαστε έτοιμοι να χρησιμοποιήσουμε όλα τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας για να επηρεάσουμε τη συμπεριφορά της Τουρκίας» ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Economist»: Ο Ερντογάν βρίσκεται σε «διανοητική σύγχυση»
Όπως σχολιάζει το «Economist», η Τουρκία την τελευταία δεκαετία είχε ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης από τις περισσότερες αναδυόμενες αγορές και κατάφερε ακόμη και το 2020, εν μέσω πανδημίας, να εμφανίσει μέτριο ρυθμό ανάπτυξης. Όμως, καθώς ο Ερντογάν και το κόμμα του έχουν συγκεντρώσει όλη την εξουσία, έχουν διαβρώσει τους θεσμούς της χώρας, που αποτελούσαν αντίβαρα στην εκτελεστική εξουσία και κάποτε διασφάλιζαν την οικονομική σταθερότητα, όπως είναι ο θεσμός της Κεντρικής Τράπεζας.
Ακόμη το περιοδικό αναφέρει ότι οι πολιτικές επιλογές του Ερντογάν δεν αντανακλούν μόνο τη διανοητική σύγχυσή του, αλλά και τα αντικρουόμενα συμφέροντα των υποστηρικτών του. Ο κατασκευαστικός τομέας της Τουρκίας, για παράδειγμα, που αποτελεί ατμομηχανή ανάπτυξης και δημιουργίας θέσεων εργασίας, ανθεί με τα χαμηλά επιτόκια, που όμως συμβάλλουν στον πληθωρισμό και στην έξοδο κεφαλαίων από τη λίρα. Αντίθετα, οι περισσότεροι Τούρκοι, περιλαμβανομένων των μικρών εμπόρων και επιχειρηματιών, κρατούν τις οικονομίες τους σε ευρώ και δολάρια και αντιτίθενται σθεναρά σε οποιαδήποτε επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls).
Ο Ερντογάν προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε αυτά τα αντικρουόμενα συμφέροντα, και το αποτέλεσμα είναι να αποσταθεροποιείται το νόμισμα και να αυξάνεται ο πληθωρισμός. Η Τουρκία, σημειώνει το «Economist», προσπαθεί να αντιγράψει το αναπτυξιακό υπόδειγμα της Κίνας, που βασίστηκε σε δανεισμό με την υποστήριξη του κράτους σε τομείς όπως η ανάπτυξη ακινήτων και οι υποδομές. Όμως, είναι αδύνατο για την Τουρκία να μιμηθεί την Κίνα, γιατί δεν έχει ούτε εξίσου υπάκουους καταθέτες ούτε και μεγάλα αποθέματα αποταμιεύσεων.