Αγωνία για την τύχη των Ελλήνων του Ισραήλ προκαλούν οι αποκαλυπτικές μαρτυρίες τους, μέσω των οποίων μας μεταφέρουν το πολεμικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί στη χώρα τα τελευταία 24ωρα.
Του Δημήτρη Μπούρα
Μια νέα συγκλονιστική περιγραφή διά στόματος του Χαΐμ Τεπελένη, ο οποίος ζει και εργάζεται στο Τελ Αβίβ τα τελευταία 10 χρόνια, έρχεται να αποτυπώσει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τις διαστάσεις του εφιάλτη που λαμβάνει χώρα ετούτες τις ώρες σε αυτή την πολυτάραχη γειτονιά του πλανήτη.
Ένας εφιάλτης ο οποίος ξεκίνησε ακριβώς την ώρα που ένας άλλος μόλις είχε τελειώσει. «Έναν χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας καταφέραμε να νικήσουμε τον κορονοϊό, να πετάξουμε τις μάσκες και να επιστρέψουμε στις ζωές μας, αλλά ξαφνικά όλα γύρισαν ανάποδα» λέει ο κ. Τεπελένης στο news2u.gr.
Οι εικόνες που μας μεταφέρει είναι αποκαρδιωτικές: «Ακούμε κάθε λίγο τις σειρήνες να ηχούν και τρέχουμε αμέσως στο υπόγειο καταφύγιο μαζί με τη σύζυγό μου και τα δυο μας παιδία – τον γιο μας, που είναι 6 ετών, και τη μικρή μας, που είναι ηλικίας μόλις 8 μηνών. Τους λέμε “έρχεται ο φίλος μας ο τίλι’’ (σ.σ. ο πύραυλος στα εβραϊκά). Προσπαθούμε να τους το περάσουμε σαν παιχνίδι όλο αυτό για να μην τρομάξουν. Παράλληλα, όμως, τους εξηγούμε τι πρέπει να κάνουν σε αυτές τις περιπτώσεις, για να μαθαίνουν από τώρα. Καθόμαστε εκεί μέχρι να εκτονωθεί η κατάσταση, αλλά μόλις επιστρέφουμε στο σπίτι, ξανακούμε τις σειρήνες, τις ρουκέτες και τις εναέριες αναχαιτίσεις. Και ξεκινούν όλα πάλι από την αρχή».
Όπως εξηγεί ο κ. Τεπελένης, αντίστοιχες αναμνήσεις έχει από τα γεγονότα του 2014. Μόνο που εκείνη την εποχή τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά για τον ίδιο, καθώς δεν είχε ακόμα οικογένεια και παιδιά για να αγωνιά όπως τώρα.
Το ασταμάτητο σφυροκόπημα της ισραηλινής πρωτεύουσας με χιλιάδες ρουκέτες –πάνω από 1.500 από την περασμένη Δευτέρα– τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την κατοικία του, αναζητώντας ένα μέρος πιο ασφαλές για τον γιο και την κόρη του.
«Φύγαμε από το σπίτι μας για λίγες μέρες και έχουμε μεταφερθεί οικογενειακώς πιο βόρεια, στην κατοικία των πεθερικών μου, στην περιοχή της Χερτσλιγιά. Τουλάχιστον τώρα βρισκόμαστε πιο μακριά από τη Λωρίδα της Γάζας, από όπου εκτοξεύονται οι ρουκέτες. Και το σπίτι που μας φιλοξενούν διαθέτει σύγχρονο δωμάτιο-καταφύγιο στο εσωτερικό του, οπότε αισθανόμαστε κάπως πιο ασφαλείς. Αλλά κι εδώ είχαμε συναγερμό στις 2.00-3.00 τα ξημερώματα. Υπάρχει μεγάλο άγχος, έχουμε χάσει τον ύπνο μας. Ζούμε λες και βρισκόμαστε σε ταινία. Τα σχολεία έχουν κλείσει λόγω του τεταμένου κλίματος, αλλά εγώ που ασχολούμαι με το online μάρκετινγκ οφείλω να συνεχίζω και να δουλεύω κανονικά σαν να μη συμβαίνει τίποτα» επισημαίνει.
Πριν από μια δεκαετία, όταν έπαιρνε την απόφαση να μετεγκατασταθεί μόνιμα στη Μέση Ανατολή, γνώριζε ότι ο κίνδυνος θα υπάρχει πάντα ως αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς του, αλλά όταν το βιώνεις στ' αλήθεια είναι αλλιώς.
Μοιραία, η ιδέα του επαναπατρισμού –έστω και προσωρινού– στριφογυρίζει πλέον όλο και πιο έντονα στο μυαλό του. «Αν ήμουν μόνος μου, θα σκεφτόμουν πολύ σοβαρά να γυρίσω άμεσα στην Ελλάδα. Αλλά τώρα δεν είναι τόσο απλό, γιατί εδώ έχω την οικογένειά μου, τη δουλειά μου και όλη μου τη ζωή. Βέβαια, αν δεν ηρεμήσει η κατάσταση μέσα στις επόμενες δύο-τρεις εβδομάδες, θα εξετάσουμε σοβαρά το ενδεχόμενο να επιστρέψουμε για κάποιο διάστημα στην πατρίδα ή να πάμε σε κάποια άλλη χώρα, τουλάχιστον μέχρι να υπάρξει αποκλιμάκωση της βίας» λέει ο κ. Τεπελένης. Και προσθέτει: «Γλιτώσαμε από την Covid-19 και κινδυνεύουμε από τις ρουκέτες. Έχουμε μπει πλέον σε “survival mode” (μτφ. κατάσταση επιβίωσης). Όλα είναι στον αέρα και δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει. Πλέον, θα πορευτούμε στη λογική του “βλέποντας και κάνοντας”. Η αβεβαιότητα που μας διακατέχει είναι πολύ μεγάλη και πρέπει να βρισκόμαστε διαρκώς σε εγρήγορση».
«Ελπίζουμε ότι Ισραηλινοί και οι Παλαιστίνιοι θα βρουν μια συμβιβαστική λύση σύντομα. Αμφότερες οι πλευρές φέρουν μεγάλη ευθύνη γι' αυτό που συμβαίνει, ενώ την ίδια ώρα στη μέση έχουν μπει τόσα εκατομμύρια άνθρωποι που δεν φταίνε σε τίποτα. Εκτιμώ ότι οι δύο λαοί μπορούν να συμβιώσουν με υγεία και αγάπη, όπως έκαναν όλα αυτά τα χρόνια» καταλήγει ο Χ. Τεπελένης.