Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Νίκος Καζαντζάκης. Πνευματική προίκα για όλους μας, ολόκληρη η ζωή του. Κομμάτι του μεγάλου χρέους που έχουμε σε αυτόν, οι γραμμές που ακολουθούν
«Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω κι εγώ μια ευχή: σας εύχομαι να 'ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή, όσο είναι η δική μου και να 'στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ».
Του Γιάννη ΒασιλακόπουλουΑυτό είναι ένα κομμάτι της επιστολής που έστειλε ο Νίκος Καζαντζάκης, στα 1954, στην Ιεραρχία της Εκκλησίας, απαντώντας στην απειλή του αφορισμού που είχαν εκτοξεύσει εναντίον του κορυφαίοι ιεράρχες, θέλοντας να «τιμωρήσουν» αυτόν τον κορυφαίο σηματωρό του ελληνικού πνεύματος για τα γραφτά του.
Κι αν ταιριάξουμε αυτές τις αράδες με τα λόγια που 'χουν περίτεχνα σκαλιστεί στον τάφο του «Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβούμαι τίποτα. Είμαι ελεύθερος», έχουμε μπροστά μας όλο το ψηφιδωτό της ζωής και της προσωπικότητας του μεγάλου Κρητικού.
Αυτού που είδε το πρώτο φως του ήλιου στη λεβεντογέννα, εμπνεύστηκε στην Αίγινα και κατέκτησε την οικουμένη
Μακριά από κάθε ίχνος σύμβασης, ο Καζαντζάκης εμπνέει ακόμα ως σήμερα εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, κι ας συμπληρώνονται σήμερα 138 χρόνια από τη γέννησή του.
Συγγραφέας, φιλόσοφος, βαθύς μελετητής του ανθρώπου, κάποτε δραστήριος, εύπορος και φιλόδοξος επιχειρηματίας, με εθνικιστικό ιδεόγραμμα και λίγο μετά λάτρης του Λένιν και δηλωμένος κομμουνιστής, τον καιρό που περιδιάβαινε τη Σοβιετική Ένωση, ασκητής και κοσμοπολίτης μαζί, όλα τα 'χε κάνει και τα είχε ζήσει ο Νίκος Καζαντζάκης.
Κι ύστερα τα έγραψε με τρόπο που έκανε το έργο του όχι απλώς διαχρονικό, αλλά αιώνιο
Κι είναι πολύτιμο να γνωρίζουν οι γενιές τον Καζαντζάκη. Ο ίδιος δεν δίστασε ποτέ να δείξει όλες τις πτυχές του εαυτού του στα βιβλία του. Και τις υπερασπίστηκε, παρά το ότι πέρασε από δυσκολίες, δοκιμασίες, περιόδους φτώχειας κι απομόνωσης, χωρίς όμως ποτέ να διαταραχτεί η αρμονία με την οποία όλες αυτές οι φαινομενικά αντιφατικές πτυχές συνυπήρχαν στον χαρακτήρα του.
Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, δραστηριοποιήθηκε έντονα ως και στην ελληνική πολιτική ζωή. Διετέλεσε πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Εργατικής Κίνησης, ενώ ανέλαβε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην κυβέρνηση του Σοφούλη, από τις 26 Νοεμβρίου του 1945 έως τις 11 Ιανουαρίου του 1946.
Κυνηγήθηκε ως «κομμουνιστής» τόσο που έχασε την ευκαιρία του Νόμπελ λογοτεχνίας, όταν το 1946 η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών πρότεινε τον Καζαντζάκη μαζί με τον Σικελιανό για το μεγάλο βραβείο.
Παρακολούθησε από κοντά τον ισπανικό Εμφύλιο ως ανταποκριτής της «Καθημερινής» κι ύστερα άρχισε να σκαρώνει αριστουργήματα που έκαναν θόρυβο και προκαλούσαν συγκρούσεις.
«Ο καπετάν Μιχάλης», «Ο τελευταίος πειρασμός», «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» και δεκάδες άλλα
Μετά όργωσε την υφήλιο, από το Παρίσι ως τη Μόσχα και από τη Βιέννη ως το Τόκιο. Κι έκανε τις ταξιδιωτικές εντυπώσεις και αναμνήσεις, μαγικά αναγνώσματα.
Κοντά στον Γιώργη Ζορμπά έμαθε μια αλλιώτικη ζωή, γνώρισε καλύτερα τον άνθρωπο. Κι έκανε αυτόν τον ξεχωριστό συνοδοιπόρο διαχρονικό μυθιστορηματικό πρόσωπο. Ταξίδεψε στη Θεσσαλονίκη για να υπογράψει ένα συμβόλαιο για την αποκομιδή ξυλείας από το Άγιο Όρος.
Τον επόμενο χρόνο προσπάθησε να εκμεταλλευτεί ένα λιγνιτωρυχείο στην Πελοπόννησο και προσέλαβε έναν εργάτη ονόματι Γιώργη Ζορμπά.
Οι εμπειρίες αυτές θα μετουσιωθούν αργότερα στο μυθιστόρημα «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», που αναφέρεται στη φιλία ενός διανοούμενου με έναν πρωτόγονο, λαϊκό άνθρωπο, γεμάτο όρεξη για ζωή.
Ο χαρακτήρας του Ζορμπά είναι η προσωποποίηση της μπερξονικής ιδέας της «ζωικής ορμής». Το 1918 γνώρισε και συνδέθηκε αισθηματικά με την Έλλη Λαμπρίδου.
Από τα νεανικά του χρόνια ο νους του Καζαντζάκη ήταν ανήσυχος, η ψυχή του βασανιζόταν από αγωνίες και από προβλήματα θεμελιακά, μια αγωνία μεταφυσική και υπαρξιακή, όπως τονίζουν οι μελετητές του έργου του.
Ανησυχίες θρησκευτικές τυραννούν τον άπιστο αυτό νιτσεϊστή
Ιδιαίτερα η μορφή του Χριστού –«αυτή η ένωση, η τόσο μυστηριώδης και τόσο πραγματική του ανθρώπου και του Θεού», όπως γράφει σε ένα γράμμα του– τον παρακολουθεί σαν έμμονη ιδέα από τα νεανικά του χρόνια ως το τέλος της ζωής του.
Σε ένα διάλειμμα της συγγραφικής δραστηριότητας του Καζαντζάκη, ο Ελευθέριος Βενιζέλος τον διόρισετο 1919 γενικό διευθυντή του υπουργείου Περιθάλψεως, έχοντας ως αποστολή τον επαναπατρισμό Ελλήνων από την περιοχή του Καυκάσου.
Οι εμπειρίες αυτές αξιοποιήθηκαν πολύ αργότερα στο μυθιστόρημα «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», με θέμα την αναπαράσταση των Παθών του Χριστού, σε ένα ελληνικό χωριό της Ανατολής.
Τον επόμενο χρόνο, μετά την ήττα του κόμματος των Φιλελευθέρων, ο Καζαντζάκης αποχώρησε από το υπουργείο Περιθάλψεως και πραγματοποίησε αρκετά ταξίδια στην Ευρώπη, ξεκινώντας τη δική του οδύσσεια σε όλο τον κόσμο.
Η Γαλάτεια της νιότης του και η Ελένη της ωριμότητάς του ήταν οι γυναίκες που τον σημάδεψαν σε μια ζωή που ο έρωτας έπαιξε κυρίαρχο ρόλο.
Μια ζωή ολόκληρη αποτυπωμένη στα γραφτάΔεκάδες μυθιστορήματα, τρία από τα οποία εκδόθηκαν μετά την «αναχώρησή» του –«Ο βραχόκηπος» (1960), «Αναφορά στον Γκρέκο» (1961), «Οι αδερφοφάδες» (1963)–, δύο μεγάλα ποιήματα, δεκάδες θεατρικά και μεταφράσεις τον κράτησαν στην αθανασία.
Σοφό, διαχρονικό κι αγέραστο, ασίγαστα διψασμένο για ζωή – έτσι, όπως τον γνώρισαν οι σύγχρονοί του, έτσι όπως εμπνέει όλες τις γενιές που ακολούθησαν.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
- Σαν σήμερα: Έφυγε από την ζωή ο Νίκος Καζαντζάκης
- Εντίθ Πιάφ: Η ζωή και το διαχρονικό της έργο (pics-vids)
- Γώγου: Η ασυμβίβαστη ποιήτρια των Εξαρχείων (pics-vids)
- Ποιες ήταν οι γενέτειρες 4 γνωστών Ελλήνων συγγραφέων;