Καιροί που για νόμισμα έχουν την αναισθησία. Ευαισθησία, το εισιτήριο της Ανάστασης.
Καιροί που για νόμισμα έχουν την αναισθησία. Χρόνοι εξορκισμού της ευαισθησίας.
Υπόσχεση για λιγότερο πόνο, η εθελούσια αναστολή συναισθημάτων.
Αόρατοι συγγραφείς περιγράφουν τ’ ανείπωτα κι εμείς τα διαβάζουμε σε κατ’ οίκον απομόνωση σαν Αποκάλυψη.
Καιροί κρύοι και άγνωστοι δρόμοι, μόνο πανοφώρι στην κρεμάστρα η αδιαφορία.
Καλύτερα γυμνός στον χιονιά με χαλασμένη πυξίδα, παρά δολοφόνος αισθημάτων, με αφημένο το αίμα να παγώνει.
Από παντού καταφθάνει η χαρμόσυνη είδηση πως μπορείς να σωθείς αν κοιτάζεις μονάχα εντός σου.
Από παντού προστρέχουν οι πρόθυμοι αναίσθητοι για να γίνουν παράδειγμα. Σε κρυψώνες επιζούν οι τελευταίες αντιστάσεις.
Στα ακροδάχτυλα των δένδρων, στα φύλλα. Στις χυμένες σταγόνες δακρύων. Στις μύτες των ποδιών, εκεί που τελειώνουν οι λεπτομέρειες των σωμάτων. Παντού κρύβονται οι αισθήσεις που αντιστέκονται στο απάνθρωπο μέλλον. Μιλώ εγώ. Μιλάς εσύ. Ακούω; Ακούς;
Καιροί που για νόμισμα έχουν την αναισθησία, χρόνοι που δεν μπορείς ν’ αγοράσεις τις αισθήσεις που αντιστέκονται, με όλο το χρυσάφι του κόσμου. Η ευαισθησία, μόνο, μπορεί να αναστήσει τις αισθήσεις. Νιώθω εγώ. Νιώθεις εσύ.
Θα ζήσουμε. Θα νικήσουμε. Θα αναστηθούμε.
Γιώργος Κ. Παναγιωτόπουλος
28/11/20