Αν στη σημερινή εποχή, την εποχή της αστραπιαίας μετάδοσης μιας είδησης και του σχολιασμού της στα social media, κυριαρχούν μηνύματα του τύπου «τους κατατρόπωσε στην έδρα τους ο #δενδιας», «μας έκανες περήφανους @NikosDendias μέσα στην Άγκυρα» μέχρι το «τέτοια εμφάνιση στην Τουρκία έχει να κάνει η Ελλάδα από το γκολ του Αμανατίδη στο Αλί Σαμί Γεντ το 2007», τότε πράγματι κάτι καλό έκανε το βράδυ της Πέμπτης ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας.
Έκανε καλό, πολύ καλό, στην ψυχολογία των Ελλήνων, καθώς έδειξε ότι στην κορυφή της διπλωματικής ιεραρχίας υπάρχει ένας πολιτικός που όχι απλώς γνωρίζει τις θέσεις της χώρας, αλλά μπορεί και τις προβάλλει ακόμη και σε εχθρικό περιβάλλον. Που μπορεί και σηκώνει τον τόνο της φωνής του και παραβιάζει το πρωτόκολλο, προκειμένου να απαντήσει καταλλήλως στην πρόκληση της «τουρκικής μειονότητας» του οικοδεσπότη ομολόγου του. Που περνάει στην αντεπίθεση όταν ακούει για «αποστρατιωτικοποίηση των νήσων» και λέει το αυτονόητο, ότι δηλαδή είναι θωρακισμένα τα νησιά μας, καθώς επικρέμεται από πάνω τους η πολεμική απειλή από τα εγγύς ασιατικά παράλια. Που διακινδυνεύει να μείνει… νηστικός παρά να υποχωρήσει σε παρερμηνείες του διεθνούς δικαίου, σε φαντασιακές παρανομίες της χώρας μας σε ό,τι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα με αφορμή τους χιλιάδες μετανάστες και πρόσφυγες που εργαλειοποιεί καθημερινά ο σουλτάνος Ερντογάν και η αυλή του.
Σε ποδοσφαιρικούς όρους, θα μπορούσε να ειπωθεί για τον Νίκο Δένδια αυτό που λέγεται για προέδρους ομάδων όταν «τινάζουν την μπάνκα» για να κάνουν μια ηχηρή μεταγραφή, ότι «λειτούργησαν ως οπαδοί». Ως… οπαδός, λοιπόν, της Ελλάδας λειτούργησε και ο ΥΠΕΞ της, ξεφεύγοντας από το στυλιζαρισμένο προφίλ του καθωσπρέπει διπλωμάτη, που το έχουμε δει κατ’ επανάληψη και στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο, στην Ουάσινγκτον, στη Μόσχα και, βέβαια, στην Άγκυρα στο παρελθόν.
Απάντηση στην ουδετερότητα για την εξωτερική πολιτική
Χρειαζόταν αυτή η τονωτική ένεση, λοιπόν, από την κορυφή της πολιτικής ηγεσίας της Βασιλίσσης Σοφίας προς όλους όσοι έβλεπαν αμφισημία στην εξωτερική πολιτική της σημερινής κυβέρνησης. Αμφισημία που ενισχύθηκε από την κυβερνητική επικοινωνιακή διαχείριση απέναντι στην αναβίωση της αντιπαράθεσης των δυο σχολών της διπλωματίας, μέσα από την αρθρογραφία και τις δηλώσεις των δυο πρώην πρωθυπουργών, του Κώστα Σημίτη και του Κώστα Καραμανλή.
Και φτάνουμε στο ερώτημα: Χρειαζόταν η διαρροή από το Μέγαρο Μαξίμου ότι ο υπουργός ενήργησε εν πλήρη γνώσει, σε συμφωνία και με «δασκάλεμα» από τον πρωθυπουργό για το πώς θα χειριστεί μια δύσκολη κατάσταση στην Άγκυρα; Υπήρχε ανάγκη για προσυνεννόηση στα αυτονόητα, στις πάγιες εθνικές θέσεις και στην τήρηση των κόκκινων γραμμών, στη διαχρονική ελληνική προσήλωση στο διεθνές δίκαιο και στις συνθήκες που διέπουν τις σχέσεις του κράτους μας; Κρίθηκε απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι υπάρχει μία και ενιαία γραμμή πρωθυπουργού και υπουργού Εξωτερικών για τα ελληνοτουρκικά; Κινδύνευε από κάποιον στη χώρα ο κ. Δένδιας μετά την παρουσία του στην Άγκυρα και έχρηζε πρωθυπουργικής προστασίας;
Το πιο πιθανό είναι η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα, δυστυχώς ή ευτυχώς, να δοθεί στο αμέσως προσεχές διάστημα. Όταν θα χρειαστεί να ληφθούν δύσκολες αποφάσεις, όταν θα χρειαστεί η γραμμή Δένδια να περάσει και σε επίπεδο διπλωματικής ουσίας σε διεθνή φόρα, σε συναντήσεις με ηγέτες φίλιων δυνάμεων, ακόμα και στα τεχνικά κλιμάκια που πλαισιώνουν τις διερευνητικές με τη γείτονα, όταν θα χρειαστεί να απαντηθεί ευθέως και απαρεγκλίτως μέχρι πού εκτείνεται η χώρα προς ανατολάς, στα 6 ή στα 12 ναυτικά μίλια, όπως έκανε προς δυσμάς εν μέσω τυμπανοκρουσιών.