«Παράγουν άθλιους ήχους, νομίζουν ότι κάνουν επανάσταση. Είναι dafty punk (ηλίθιο πανκ). Έτσι δεν θα πάνε πουθενά…»
Του ΔΙΟΝΥΣΗ ΓΚΟΥΤΖΟΥΡΗ
Η πρώτη κριτική που δέχτηκαν οι Τομά Μπανγκαλτέ και Γκι Μανουέλ ντε Ομέμ Κριστό –οι μετέπειτα Daft Punk– μαζί με τον Λοράν Μπράνκοβιτς, όταν το 1993 επιχείρησαν να παράγουν μερικά τραγούδια και να παίξουν σε δύο dj set στο Παρίσι, ήταν η χείριστη. Στη Γαλλία δημιουργούνταν τότε μια κοιτίδα ενός νέου μουσικού ρεύματος που λεγόταν ηλεκτρονική μουσική. Μια μουσική που προερχόταν από ηλεκτρονικούς υπολογιστές και τις καλωδιώσεις τους.
Ο Μπράνκοβιτς επέλεξε να αποσυντεθεί από το σχήμα, αλλά ο Τομά και ο Γκι Μανουέλ δεν το έβαλαν κάτω. Το αντίθετο μάλιστα. Πήραν την κακή κριτική παραμάσχαλα, ζήτησαν και έλαβαν πίστωση χρόνου από τη μικρή δισκογραφική εταιρεία που τους εμπιστεύτηκε και συνέχισαν να παίζουν σε rave πάρτι, παράγοντας και κάποια single, μέχρι που το 1995 ξέφυγαν από την κλασική ροή της τότε ηλεκτρονικής παραγωγής (sampling και έχει ο Θεός) και με το τραγούδι «Da Funk» έκαναν γερό μπάσιμο στο MTV, στα τσαρτς, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού και στις καρδιές εκατομμυρίων φαν της dance μουσικής.
Οι Daft Punk, τα δύο γαλλάκια με το τρομερό ταλέντο στη χρησιμοποίηση των νέων τεχνολογιών και της οπτικοποίησης της μουσικής τους, αφού έψαξαν τη δισκογραφική εταιρεία που θα τους έδινε πλήρη ελευθερία και την απόλυτη εκμετάλλευση των παραγωγών τους σε βάθος χρόνου, κατόρθωσαν μία ακόμη παγκόσμια επιτυχία το 1997 με το «Around the World» και ξεκίνησαν να διαχειρίζονται την επιτυχία τους με έναν ιδιαίτερα σεμνό τρόπο, δίχως την παραμικρή έκθεση των προσώπων τους. Διατήρησαν την punk νοοτροπία της απόλυτης ελευθερίας μουσικής έκφρασης, αλλά δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση να προβάλουν τον εαυτό τους πάνω από τη μουσική τους. Η μοναδικότητα και η επαναστατικότητά τους εκφράστηκαν 1η Ιανουαρίου του 2000, όταν παρουσιάστηκαν σαν… ρομπότ. Οι Daft Punk μετατράπηκαν σε δύο ηλεκτρικές παραγωγικές μονάδες και για 21 χρόνια δεν έβγαλαν ποτέ τα κράνη τους, ούτε στις δημόσιες εμφανίσεις τους ούτε στις συνεντεύξεις ούτε καν στα βραβεία Grammy το 2014, όταν διακρίθηκαν με τον καλύτερο δίσκο της χρονιάς!
Επέλεξαν ένα ιδιαίτερο μουσικό μονοπάτι και, όπως όλοι οι καλλιτέχνες τέτοιων επιλογών, είτε μένουν στην ιστορία είτε χάνονται λόγω έλλειψης απήχησης. Κάθε πετυχημένος καλλιτέχνης που κινείται έξω από τις ορίζουσες του mainstream είναι άξιος μελέτης, πόσο μάλιστα οι Daft Punk, που ναι μεν παρήγαγαν λίγους δίσκους, αλλά κάθε φορά που το έκαναν, δημιουργούσαν ρήγμα στη μουσική κανονικότητα. Θα λείψουν από τα μουσικά δρώμενα, ωστόσο η ωριμότητά τους –κάτι που φάνηκε και στον τελευταίο τους δίσκο, όπου για πρώτη και τελευταία φορά επέλεξαν να συνεργαστούν με συμβατικούς μουσικούς του μπάσου και των ντραμς– τους βοήθησε να καταλάβουν πως η ηλεκτρονική μουσική έχει χάσει την αίγλη της προηγούμενης 20ετίας και πως στην ηλικία τους δύσκολα θα καταφέρουν ένα νέο ξεκίνημα ή έστω μια συνέχεια της χορευτικής επαναστατικότητάς τους.
O προσωπικός μουσικός Δεκάλογος των Daft PunkΤο μυστηριώδες γκρουπάκι από τη Γαλλία κάνει την πραγματική εμφάνισή του το 1997, όταν η ηλεκτρονική μουσική προσπαθεί τα πρώτα της παγκόσμια βήματα. Οι… βηματισμοί των ρομπότ και των σκελετών στο videoclip και το ιδιόρρυθμο και εθιστικό τέμπο του τραγουδιού θα μπάσουν την μπάντα στα πράγματα. Tα χορευτικά σκέρτσα των κοινών θνητών στα κλαμπάκια της εποχής δημιουργούν μια σχέση αγάπης μεταξύ των Daft Punk και της τότε νεολαίας. Το κομμάτι γίνεται τεράστια επιτυχία και στην Ελλάδα!
Δύσκολος ήχος, δεν θα επιλέξεις να βάλεις αυτό το τραγούδι στον πεθερό σου αν τη μέρα που σε γνωρίσει θέλει να μάθει τι μουσική ακούς. H αεροδυναμική του τραγουδιού σήμα κατατεθέν της γκρανζ βρομιάς που πάντα είχαν μέσα τους οι Daft Punk.
Ένα happy τραγούδι, με ήχο που σε κάνει να νομίζεις πως οι Daft Punk είναι πρωτοξάδελφα των Stardust, των Cassius και του Dimitri from Paris, των επίσης Γάλλων πρωτοπόρων της house σκηνής. Είναι η περίοδος που η χορευτική μουσική έχει γίνει ακραιφνώς εμπορική και έχει «καβαλήσει» τη ροκ και την ποπ σε όλες τις μουσικές πρωτεύουσες του κόσμου.
Ταξιδιάρικος ρυθμός, ένα vibe που δεν μπορείς να το αρνηθείς. Σου δημιουργεί εσωτερική κινητικότητα. Τραγούδι που αιχμαλωτίζει ακόμη και τους πολέμιους της ηλεκτρονικής μουσικής με την απλότητά του.
Στον πιο σκληρό και punk δίσκο τους, οι Daft Punk έχουν συμπεριλάβει αυτή την ερωτική προσταγή. Σαράντα λεπτά επιθετικής μουσικής και ενδιάμεσα ένα sample πέντε λεπτών, μια μελωδική επανάληψη, ένα άκουσμα αταίριαστο με τον δίσκο, ακραία ερωτικό.
Οι Daft Punk ανατρέπουν ηχητικά την ύπαρξή τους με ένα τραγούδι που δεν συμπεριλαμβάνεται στις μεγάλες επιτυχίες τους, αλλά αποτελεί ένα κρυφό μήνυμα. Το δίδυμο αυτοπλασάρεται ως ρομπότ. Και τα ρομπότ τραγουδούν ότι είναι πάνω απ’ όλα άνθρωποι. Ο δίσκος δεν πήρε θετικές κριτικές, αλλά οι Daft Punk εκφράστηκαν όπως ακριβώς ήθελαν και λίγο αργότερα, όταν άρχισαν να υποστηρίζουν τον δίσκο τους με live εμφανίσεις και μιξαρίσματα των δουλειών τους, πήρε την εμπορική αναγνώριση, έστω και με καθυστέρηση.
Deep house προσέγγιση σε ένα τραγούδι που δεν είχε την εμπορική απήχηση του «Da Funk», το οποίο άλλωστε υποστηρίχτηκε από ένα πιο πιασάρικο videoclip, αλλά αποτέλεσε μουσική βάση για εκατοντάδες χάουζ κομμάτια και παιζόταν απαράλλακτο σε όλα τα house πάρτι που σέβονταν τον εαυτό τους στα τέλη της δεκαετίας του '90’ Σπάσαμε αστραγάλους, μέση και καρπούς στο «+Soda»…
Πρώτη και τελευταία συνεργασία των Daft Punk με… συμβατικούς καλλιτέχνες, ανθρώπους που γρατζουνάνε κιθάρες και τουμπερλεκίζουν. «Αν το ξέραμε ότι θα είναι τόσο διασκεδαστικό, θα το κάναμε νωρίτερα», δήλωσε το δίδυμο των Γάλλων. Ο δίσκος έκανε παγκόσμια αίσθηση, το συγκεκριμένο τραγούδι έσπασε τα ταμεία, ενώ ψηλά στα τσαρτς σκαρφάλωσε και το «Instant crush», όπως και το «Lose yourself to dance».
To διαστημικό μπιτ που δημιούργησαν οι Daft Punk στη συνεργασία τους με τον Γερμανο-ιταλό συνθέτη Giorgio Moroder απογείωσε τον δίσκο, μαζί φυσικά και με τις υπόλοιπες επιτυχίες του.
Οι Daft Punk σαν να έγραψαν το αποχαιρετιστήριο τραγούδι τους, 20 χρόνια πριν διαλυθούν. Veridis quo (Βέριντις κβο) είναι παράφραση της κλασικής… λατινικής ερώτησης «Quo vadis?», «Πού πηγαίνεις;» ή «Γιατί την κάνεις;», σε πιο slang μορφή. Άλλοι λένε πως μοιάζει ηχητικά στο «Very disco», άλλωστε ο δίσκος λεγόταν… «Discovery». Αναγραμματισμοί, συνθέσεις, ερωτηματικά. Οι Daft Punk δεν έχουν δώσει καμία σαφή εξήγηση για το τι σημαίνει ο τίτλος του κορυφαίου τραγουδιού τους, μια μπαρόκ σύνθεση, δίχως λόγια, αλλά με άπειρο συναίσθημα. Το απόσπασμα από το videoclip της διάλυσης του ρομπότ χρησιμοποιήθηκε στο αποχαιρετιστήριο κλιπ τους.
Πού στο διάολο θα πάτε τώρα, Daft Punk?
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ε όχι και ουδείς αναντικατάστατος! Σαν τον Freddie Mercury κανείς!
Πόσο ταλέντο πια μαζεμένο σε αυτή την απίστευτη γκρούπα που λέγεται Gorillaz
JOE STRUMMER 21/8/1952 – 22/12/2002: Μια καρδιά που ποτέ δεν σταματά
Sandinista! Σαν σήμερα η έκδοση του τριπλού δίσκου πρόκληση των CLASH