Τη μεγαλύτερη υπόθεση λαθρεμπορίου τσιγάρων στην Ευρώπη ξεσκέπασαν οι Τελωνειακές Αρχές της ΑΑΔΕ. Σε έκτακτη συνέντευξη Τύπου της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, τα X-rays του τελωνείου του Πειραιά εντόπισαν 35 συνολικά κοντέινερ με λαθραία τσιγάρα, σε τέσσερις διαφορετικές αποστολές διεθνούς κυκλώματος λαθρεμπορίου.
Τα συνοδευτικά έγγραφα των κοντέινερ ανέφεραν πως τα καπνικά προϊόντα έρχονταν από το Ντουμπάι με τελικό προορισμό τη Συρία. Το κύκλωμα δήλωνε πως πρόκειται για μηχανήματα ή για συμπληρώματα διατροφής.
Οι ελεγκτικές της χώρας μας εντόπισαν 340 εκατ. λαθραία τσιγάρα με τους αναλογούντες δασμούς να ανέρχονται στα 72 εκατ. ευρώ, που αποτελεί πόσο ρεκόρ για τα ελληνικά δεδομένα. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της απάτης, το 2015 όταν η Ελλάδα δεν διέθετε X-rays στο τελωνείο του Πειραιά είχε εντοπίσει 250 εκατ. λαθραία τσιγάρα και μέσα στους πρώτους μήνες του 2021 οι τελωνειακοί υπάλληλοι μαζί με τον Ειδικό σκύλο της ΑΑΔΕ, τον Καλ, αποκάλυψαν διπλάσια ποσότητα λαθραίων καπνικών προϊόντων.
Πώς ξεσκεπάστηκε το κύκλωμα
«Μπροστάρης» στο διεθνές κύκλωμα είναι ένα πρόσωπο συριακής εθνικότητας, το οποίο ελέγχεται και σε άλλες χώρες για λαθρεμπόριο. Το κύκλωμα είχε στείλει προ τριμήνου τέσσερα κοντέινερ, τα οποία κίνησαν τις υποψίες των τελωνειακών των Πειραιά, καθώς υπήρξαν υποψίες για έναν παραλήπτη, με αποτέλεσμα να τα δεσμεύσουν.
Στη συνέχεια το κύκλωμα άλλαξε τον παραλήπτη και συνέχισε τις αποστολές κοντέινερ. Η δεύτερη αποστολή ήταν πιο «γενναία» με 20 εμπορευματοκιβώτια, ενώ ακολούθησε μια αποστολή με επτά κοντέινερ και μια τελευταία με τέσσερα. Όλα είχαν δηλωθεί σαν μηχανήματα ή σαν συμπληρώματα διατροφής.
Το λάθος του κυκλώματος
Σύμφωνα με τις ελληνικές Τελωνειακές Αρχές, το διεθνές κύκλωμα έκανε ένα σοβαρό λάθος, που οδήγησε στην αποκάλυψή του. Παρότι δεσμεύτηκαν τα πρώτα ύποπτα κοντέινερ, το κύκλωμα άλλαξε τον παραλήπτη, αλλά όχι τα τηλέφωνα και τη διεύθυνση στα δελτία αποστολής.
Αυτή η σημαντική λεπτομέρεια οδήγησε τις ελληνικές Αρχές στο να εντοπίσει και τα επόμενα κοντέινερ με τα λαθραία τσιγάρα. Η έρευνα συνεχίζεται σε συνεργασία με αντίστοιχες υπηρεσίες ευρωπαϊκών χωρών αλλά και με τη βρετανική Τελωνειακή υπηρεσία.