Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού και της Ντόρας Μπακογιάννη και παππούς του Δημάρχου Αθηναίων Κώστα Μπακογιάννη, άφησε σφραγίδα ανεξίτηλη στην Ελληνική ιστορία.
Μια δημοσιογραφική αποστολή στην Ύδρα, το καλοκαίρι του 92, εξελίχθηκε σε μιαν αξιοθαύμαστη επίδειξη ζωτικότητας από τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, που άφησε άφωνους τους πάντες: «Κύριε πρόεδρε θα κάνετε δήλωση;», τον ρώτησε συνάδελφος δυο δρασκελιές από την ακροθαλασσιά.
«Βεβαίως. Αλλά όχι εδώ, εκεί», αποκρίθηκε ο Κρητικός πολιτικός δείχνοντας με το χέρι του τη μονή του Προφήτη Ηλία, που δέσποζε στο βλέμμα στα 487 μέτρα υψόμετρο.
«Και πως θα φτάσουμε ως εκεί;», οι έκπληκτες ματιές που αντάλλαξαν οι δημοσιογράφοι αρκέστηκαν στη συνοδεία παρατεταμένης σιωπής. Ο τότε πρωθυπουργός δρασκέλισε με ευκολία αθλητή την απόσταση και θαρρείς πως… «κατάπιε» το υψόμετρο.
Ήταν ο ίδιος άνθρωπος που τρία χρόνια νωρίτερα είχε σταθεί, όρθιος με θάρρος που έβγαζε από τα κατάβαθα ψυχής και μυαλού στη Βουλή την ώρα ενός δυσκολοκατάβλητου οικογενειακού δράματος που καθόρισαν οι σφαίρες των τρομοκρατών στην καρδιά του γαμπρού του, Παύλου Μπακογιάννη, ζητώντας από τους Βουλευτές να ορθώσουν τείχος αδιαπέραστο, μπρος στις ορέξεις των τρομοκρατών.
Και ο ίδιος που πολλά χρόνια αργότερα, το 2004, στις Βρυξέλλες έξω από το κτήριο του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, μιλώντας σε έναν τριαντάρη δημοσιογράφο του’ πε για όλα χωρίς να τσιγκουνευτεί λόγια αναγνώρισης για πολιτικούς που οι δρόμοι τους ήταν παράλληλοι για πολλά χρόνια, όπως ο Ανδρέας, μεγάλος αντίπαλος που μπορεί να πολέμησε ατέρμονα αλλά ουδέποτε υποτίμησε..
Και τέλος, ο ίδιος που πολλά χρόνια πριν είχε συντρέξει στην πράξη ένα νεαρό ΑμεΑ ανοίγοντας στον Καπετάνιο πατέρα του την πόρτα του γιατρού που παρακολουθούσε τη σύντροφο της ζωής του, τη Μαρίκα που κουβαλούσε το ίδιο περίπου πρόβλημα. «Θα πας από μένα», είπε στον καπετάνιο κι εκείνος, παρότι δαρμένος μια ζωή από θάλασσες κι ανέμους, «έσπασε» και δάκρυσε.
Ναι, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ήταν κι αυτός που χρεώθηκε από την ιστορία την Αποστασία του '65 και τη ρήση, από ένα μπαλκόνι της Πλατείας Κάνιγκος, ως αρχηγός του Κόμματος Νεοφιλελευθέρων πριν τις εκλογές του 1977, «ψηφίστε μας για να διορίσουμε Κρητικούς».
Μα, ήταν κι αυτός που έβαλε τη σφραγίδα του στην προσέγγιση αντίπαλων πολιτικών δυνάμεων, σε εποχές που ακόμη τα πάθη ήταν ολοζώντανα – κυρίαρχα στην πολιτική μας ζωή, τότε που θεμελίωσε την πρώτη κυβέρνηση συνεργασίας, Δεξιάς – Αριστεράς...
Στην πολιτική μας ζωή δέσποσε ο Μητσοτάκης για πάνω από εξήντα χρόνια
Τόσο που όταν αναχώρησε στις 29 Μαΐου του 2017, στα 99 του χρόνια, ήταν σαν να έπεσαν τίτλοι τέλους σε μια ολόκληρη ιστορική περίοδο – την πιο καθοριστική της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας – στην οποία ο Μητσοτάκης δεν έζησε απλώς, αλλά καθόρισε.
Η δημοσιογράφος Ελένη Βλάχου , έγραψε για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη ότι ήταν «Καλός ρήτωρ-έκτακτος ρήτωρ κλειστού χώρου, στη Βουλή τους ξεπερνούσε όλους, ενώ αντιθέτως σε ανοικτούς χώρους έχανε αυτό το χάρισμα. Καλός οικογενειάρχης. Τα πήγαινε καλά με τους ξένους, ιδίως τους Γερμανούς, γιατί γνώριζε τη γλώσσα και είχε την αρεστή σοβαροφάνεια […]. Στα οικονομικά, χωρίς να είναι αετός, προχωρούσε λογικά, όπως στα περισσότερα θέματα».
«Ο Μητσοτάκης είναι ένας πολύ ευφυής άνθρωπος»
Για τον πανεπιστημιακό Θεόδωρο Κουλουμπή, «Ο Μητσοτάκης είναι ένας πολύ ευφυής άνθρωπος. Είναι ένα ολοκληρωτικά πολιτικά ον. Καταφέρνει, κατά κανόνα, να δημιουργεί αναταραχή, ανησυχία και αντιπαραθέσεις».
Σε έκθεση της Αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα, περί τον Ιανουάριο του 1964 χαρακτηριζόταν ως «εξαιρετικά φιλόδοξος, όσο και αδίστακτος». Είχε φανατικούς φίλους αλλά και πολλούς ορκισμένους εχθρούς – προσωπικούς και πολιτικούς. Όλοι όμως ομονοούν σε τούτο. Ο Μητσοτάκης υπήρξε ένας ξεχωριστός άνθρωπος…