Στα άδυτα του πιο παγωμένου ξενοδοχείου του κόσμου με τους Έλληνες σεφ

Τρία δικά μας παιδιά εργάζονται σε ένα από τα πιο δημοφιλή ξενοδοχεία παγκοσμίως και μας ξεναγούν στον υπέροχο κόσμο του(ς)

Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις στο εξωτερικό, θα βρεις έναν Έλληνα από κάτω. Την πεποίθηση αυτή, την οποία αναπαράγει ο λαός μας συχνά-πυκνά με αρκετή δόση υπερβολής, έρχονται να επιβεβαιώσουν περίτρανα τρεις συμπατριώτες μας, οι οποίοι ζουν και διαπρέπουν στην Σουηδία, στελεχώνοντας την κουζίνα του πιο παγωμένου ξενοδοχείο του κόσμου.

To Ice Hotel, στο Jukkasjärvi της Λαπωνίας, είναι παγκοσμίως γνωστό, καθώς είναι κατασκευασμένο εξ’ ολοκλήρου με πάγο, όπως μαρτυράει και το όνομά του.

Αυτό που ελάχιστοι γνωρίζουν, ωστόσο, είναι ότι στο δυναμικό του έχουν ενταχθεί τρία Ελληνόπουλα. Πρόκειται για τον Βιτάλιο Χύκα, την Δέσποινα Πάνου και τον Αποστόλη Σπανό – όλοι τους σεφ στο εστιατόριο του ξενοδοχείου, που κάθε χρόνο φιλοξενεί χιλιάδες επισκέπτες από όλη την υφήλιο.

Το News2U.gr έψαξε και τους βρήκε, μίλησε μαζί τους και σας μυεί στα άδυτα του πιο παγωμένου ξενοδοχείου στον πλανήτη.

Ένα ελληνικό παρεάκι με πορείες αντίθετες

Ο Βιτάλιος Χύκα διανύει τη δεύτερη σεζόν του εκεί, αλλά στη Σκανδιναβία έχει περάσει αρκετά χρόνια. Έφυγε από την Ελλάδα, από το Χαλάνδρι όπου διέμενε, το 2010 για να κυνηγήσει την επαγγελματική του τύχη στο εξωτερικό. Σε βάθος δεκαετίας είχε γυρίσει σχεδόν όλη την Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, προτού καταλήξει στο Ice Hotel πέρυσι τον Νοέμβριο.

«Στη Σκανδιναβία βρέθηκα από σπόντα. Ξεκίνησα από την Ελλάδα με πρώτο προορισμό τη Σερβία, για να δουλέψω εκεί μια τετράμηνη σεζόν. Στη συνέχεια εργάστηκα διαδοχικά στην Ιταλία, την Αυστρία, τη Γερμανία, μετά ανέβηκα στη Δανία, τη Νορβηγία, ακολούθως στη Στοκχόλμη, τη Φινλανδία, και την Ολλανδία. Δεν έφυγα από την Ελλάδα λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά καθαρά για επαγγελματικούς λόγους. Το ένα έφερε το άλλο, προέκυπταν συνεχώς προτάσεις για δουλειά και έτσι συνέχισα να εργάζομαι στο εξωτερικό. Πέρυσι ενημερώθηκα για μια θέση εργασίας που είχε ανοίξει στο Ice Hotel, εκδήλωσα ενδιαφέρον και με προσέλαβαν. Αναμφίβολα, ακούγεται εντυπωσιακό το να δουλεύεις σε ένα τέτοιο ξενοδοχείο, αλλά εγώ το βλέπω περισσότερο σαν μια ακόμη δουλειά» αναφέρει.

o hika agkalia me skilo sta hionia

Όταν έφτασε στο ξενοδοχείο έπεσε πάνω σε έναν άλλο Έλληνα, τον Αποστόλη Σπανό, ο οποίος είχε ξεκινήσει να εργάζεται εκεί περίπου ένα μήνα νωρίτερα, τον Οκτώβριο του 2019.

Σε αντίθεση με τον Βιτάλιο, όμως, ο Θεσσαλονικιός σεφ περνούσε για πρώτη φορά τα σύνορα της χώρας για δουλειά.

«Ήμουν στη Χαλκιδική πέρυσι τον Αύγουστο και από το πουθενά έλαβα μήνυμα από έναν φίλο μου για μια κενή θέση στην κουζίνα του συγκεκριμένου ξενοδοχείου. Η πρώτη μου σκέψη μου ήταν: “θα φύγω από τους +35 βαθμούς Κελσίου και θα πάω στους -35;”. Λίγη ώρα αργότερα, όμως, αφού το σκέφτηκα καλύτερα είπα “γιατί όχι;” και τελικά δέχτηκα. Η αλήθεια είναι ότι δεν γνώριζα πού ακριβώς πηγαίνω. Για την ακρίβεια δεν είχα ιδέα ότι αυτό ήταν το πιο παγωμένο ξενοδοχείο του κόσμου. Όταν έφτασα εκεί το συνειδητοποίησα. Μάλιστα, πέτυχα και τον καλύτερο “χειρότερο” χειμώνα, με τρία μέτρα χιόνια και απίστευτα χαμηλές θερμοκρασίες. Δεν παύει, ωστόσο, να αποτελεί ένα μαγικό μέρος και η εμπειρία στα παγωμένα δωμάτια είναι μοναδική» εξιστορεί ο Αποστόλης.

o spanos sto esoteriko tu icehotel

Η τριάδα ολοκληρώθηκε φέτος, με την άφιξη της Δέσποινας Πάνου, συντρόφου του Βιτάλιου

«Όταν έπιασα δουλειά στο συγκεκριμένο ξενοδοχείο δεν γνώριζα ότι υπάρχει κι άλλος Έλληνας εκεί, οπότε μόλις το έμαθα ήταν μεγάλη έκπληξη για μένα. Μάλιστα, όταν μας σύστησαν του μίλησα στα αγγλικά, με τη βεβαιότητα ότι όλοι εκεί προέρχονταν από άλλες χώρες. Η σύντροφός μου ήρθε αργότερα. Αλλά έχουμε γίνει φίλοι και περνάμε πολύ καλά. Οι τρεις μας έχουμε κάνει μια μικρή ελληνική κοινότητα εδώ στο Jukkasjärvi. Το χωριό έχει μόλις 500 κατοίκους, η πλειοψηφία των οποίων είναι Σουηδοί, γηγενείς Σαάμι (σ.σ. η φυλή της Λαπωνίας) και οι υπόλοιποι είναι επαγγελματίες του τουριστικού κλάδου από διάφορες χώρες. Στο ξενοδοχείο δουλεύουν Σουηδοί, Γερμανοί, Ιταλοί, υπάρχουν όλες οι εθνικότητες» εξηγεί ο Βιτάλιος.

Και ο συνάδελφος - και φίλος πλέον - Αποστολής συμφωνεί: «Βοηθάει πολύ το γεγονός ότι είμαστε μια παρέα Ελλήνων εδώ και έτσι δεν πολυκαταλαβαίνουμε ότι βρισκόμαστε στο εξωτερικό. Για μένα είναι η πρώτη φορά που δουλεύω σε άλλη χώρα. Η αλήθεια είναι ότι πάντα υπάρχει στο πίσω μέρος του μυαλού η σκέψη να επιστρέψω στην Ελλάδα, αλλά προς το παρόν μου αρέσει εδώ και οι συνθήκες εργασίας είναι πολύ καλύτερες, πιο ανθρώπινες. Το ωράριο των 8 ωρών τηρείται απαρέγκλιτα και δεν υπάρχει τόσο μεγάλη πίεση».

tria atoma sto esoteriko tou icehotel

Ένα κατασκευαστικό «θαύμα» φτιαγμένο αποκλειστικά με πάγο

Η ιστορία του παγωμένου ξενοδοχείου ξεκινάει στις αρχές του 1990 και παραπέμπει εν μέρει στο μύθο του Γεφυριού της Άρτας, που «ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν». Αντίστοιχα, το Ice Hotel κάθε σεζόν φτιάχνεται από το μηδέν και δεν είναι ποτέ το ίδιο.

Τον Μάρτιο και τον Απρίλιο κάθε χρονιάς συλλέγονται μεγάλα κομμάτια πάγου από τον τοπικό ποταμό Τόρνε, τα οποία αποθηκεύονται σε ειδικούς χώρους, και τον Νοέμβριο χρησιμοποιούνται για την κατασκευή του από την αρχή.

Όταν ο πάγος ξεκινήσει να λιώνει, στις αρχές της άνοιξης, τα απομεινάρια του ξενοδοχείου επιστρέφονται στο ποτάμι, συνεπώς, γίνεται ανακύκλωση του δομικού υλικού.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα πάντα είναι φτιαγμένα από πάγο: οι τοίχοι, οι καρέκλες, τα κρεβάτια, ακόμη και τα ποτήρια στο μπαρ.

Για την κατασκευή του επιστρατεύονται καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο, οι οποίοι λαξεύουν τον πάγο με απαράμιλλη μαεστρία, μετατρέποντάς τον από άμορφη μάζα σε ένα «κόσμημα» απίστευτης ομορφιάς, που αφήνει τον επισκέπτη με το στόμα ανοιχτό. H θεματική διαφέρει από δωμάτιο σε δωμάτιο, με το ελληνικό στοιχείο να είναι παρόν και σε αυτή την περίπτωση.

«Πέρυσι μια από τις σουίτες ήταν εμπνευσμένη από τη Σαντορίνη. Την έφτιαξε ένας Ιάπωνας, ο οποίος είχε ταξιδέψει παλαιότερα στο νησί και είχε εντυπωσιαστεί από τις εικόνες που είχε συναντήσει» λέει ο Αποστόλης και προσθέτει: «Η διαδικασία της κατασκευής του ξενοδοχείου είναι πολύ εντυπωσιακή. Την πρώτη φορά που μου υπέδειξαν την τοποθεσία του, ήταν μια “ξέρα” δίπλα στο ποτάμι. Ξαφνικά, μέσα σε ένα μήνα το είδα έτοιμο, στημένο. Ήταν απίστευτο!»

Ουσιαστικά, το Ice Hotel λειτουργεί από τον Δεκέμβριο έως τον Απρίλιο

Υπάρχει, όμως, και το Icehotel 365, που ανήκει στο ίδιο ξενοδοχειακό συγκρότημα και διαθέτει 12 παγωμένες σουίτες, οι οποίες συντηρούνται με ειδικό εξοπλισμό όλο τον χρόνο.

«Δεν είναι ένας ενιαίος χώρος, υπάρχουν διάφορα επίπεδα. Το παγωμένο ξενοδοχείο υφίσταται ουσιαστικά για 3-4 μήνες. Η βασική δομή που είναι σε μορφή μπανγκαλόους λειτουργεί μόνιμα ενώ υπάρχει και κάτι σαν τεράστια κατάψυξη με παγωμένα δωμάτια, τα οποία είναι διαθέσιμα όλο τον χρόνο. Η θερμοκρασία στο εσωτερικό τους είναι -5 βαθμοί Κελσίου αλλά δεν έχει τόσο κρύο όσο νομίζουν οι περισσότεροι. Εδώ για να πεις ότι έχει κρύο ο υδράργυρος πρέπει να έχει πέσει τουλάχιστον στους - 25 βαθμούς Κελσίου. Ο επισκέπτης κοιμάται σε ειδικό υπνόσακο, φτιαγμένο για πολικές θερμοκρασίες, αλλά αναγκαστικά φοράει και πολλά ρούχα για να αντέχει. Οι περισσότεροι, πάντως, δεν κοιμούνται εκεί. Το πολύ να κάνουν μια διανυκτέρευση για την εμπειρία. Τις υπόλοιπες ημέρες επιλέγουν κανονικά δωμάτια που είναι πιο ζεστά και άνετα αλλά εξίσου όμορφα» εξηγεί ο Βιτάλιος.

«Όσον αφορά στο ξενοδοχείο, πρόκειται για μια μοναδική εμπειρία που δεν την συναντά κανείς αλλού και σίγουρα αξίζει τον κόπο και τα χρήματα. Τα έξοδα, εξάλλου, δεν είναι απαγορευτικά και οι τιμές μπορεί να είναι πιο φθηνές π.χ. από την Μύκονο. Η διανυκτέρευση κοστίζει περίπου 400 ευρώ τη βραδιά για ένα δίκλινο δωμάτιο», συμπληρώνει.

Υπό κανονικές συνθήκες, στο Ice Hotel συρρέουν πελάτες από κάθε πιθανή και απίθανη γωνιά της γης ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που απλώς το επισκέπτονται ως περαστικοί, για να δουν από κοντά αυτό το σύγχρονο «θαύμα» της αρχιτεκτονικής, που αποτελεί αξιοθέατο για την περιοχή.

Φέτος, λόγω των ταξιδιωτικών περιορισμών, οι θαμώνες είναι αποκλειστικά Σουηδοί. Η πληρότητα, πάντως, παραμένει στο 100% αυτή την περίοδο, όπως συνέβαινε και προ πανδημίας.

Μαγειρεύοντας (και τρώγοντας) ταράνδους και άλκες

Η σκανδιναβική γαστρονομία συνάδει με όλο το υπόλοιπο σκηνικό: είναι εντελώς διαφορετική από την ελληνική, σίγουρα ασυνήθιστη αλλά άκρως ενδιαφέρουσα.

Βασικό συστατικό της ντόπιας κουζίνας είναι ο τάρανδος. Όπως μας λένε οι Έλληνες σεφ, πρόκειται για ιδιαίτερο κρέας που θέλει διαφορετικό τρόπο μαγειρέματος, κατά βάση σε χαμηλές θερμοκρασίες και για αρκετή ώρα, ενώ η γεύση του είναι ξεχωριστή, αφού δεν θυμίζει κανένα άλλο είδος κρέατος. 

«Κι εμείς τρώμε συνέχεια τάρανδο, μας αρέσει. Γενικά η σκανδιναβική κουζίνα θεωρείται πιο γκουρμέ (fine dining)» υπογραμμίζει ο Βιτάλιος.

dio piata me fagito

Εκτός από τον τάρανδο οι Σκανδιναβοί δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση στην άλκη (σ.σ. είδος ελαφιού, πέντε φορές μεγαλύτερο σε μέγεθος από τον τάρανδο) και σε κάποια αρκτικά ψάρια που είναι πολύ διαδεδομένα στον ντόπιο πληθυσμό.

«Η κουζίνα είναι σίγουρα εντελώς διαφορετική. Οι Σκανδιναβοί καταναλώνουν πολύ βούτυρο, κρέμες και λιπαρά. Ο τάρανδος και η άλκη είναι τα αγαπημένα τους. Η πρώτη ύλη που χρησιμοποιούμε στο ξενοδοχείο προέρχεται από μια ακτίνα απόστασης το πολύ 200 χλμ. από εδώ. Ουσιαστικά, μαγειρεύουμε με ό,τι υπάρχει στον Αρκτικό κύκλο. Αλλά είναι ιδιαίτερα προϊόντα, πιο ντελικάτα και απαιτούν διαφορετική μεταχείριση» διευκρινίζει ο Αποστόλης.

Φυσικά, δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι ελληνικές συνταγές, οι οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται στο μενού του ξενοδοχείου αλλά γίνονται ανάρπαστες από τους άλλους σεφ.

«Όταν μαγειρεύω για μένα, φτιάχνω κλασικά ελληνικά φαγητά, όπως φασολάδα, γίγαντες, παστίτσιο κ.λ.π. Και πολλές φορές δίνω στους συναδέλφους μου να δοκιμάσουν. Μπορώ να πω ότι τρελαίνονται για την ελληνική κουζίνα» αποκαλύπτει ο Αποστόλης.

Βόρειο Σέλας, κολύμπι στον πάγο και εξωπραγματική ομορφιά 

Στη Λαπωνία υπάρχουν πολλές ενδιαφέρουσες δραστηριότητες για τους τουρίστες, όπως βόλτα με έλκηθρο που το σέρνουν σκυλιά χάσκι ή τάρανδοι, εξορμήσεις στα χιόνια με σνόουμομπιλ κ.λπ. Οι πιο τυχεροί μπορεί να αντικρίσουν το περίφημο Βόρειο Σέλας, αν ο καιρός είναι ευνοϊκός και δεν έχει συννεφιά, ενώ εξίσου συγκλονιστική είναι η εμπειρία της κολύμβησης στο παγωμένο ποτάμι (ice-bathing). 

tris andres me mpurnuzi

Προηγείται συνήθως ένα πέρασμα από την καυτή σάουνα, στη συνέχεια ο λουόμενος ανοίγει μόνος του τρύπα στον πάγο με τσεκούρι και μπαίνει στο παγωμένο νερό μόνο με το μαγιό, χωρίς ειδική στολή. Βγαίνοντας, μπορεί να επιστρέψει στη σάουνα και η διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται 4-5 φορές.

«Έχω κολυμπήσει στον πάγο και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι το λάτρεψα. Στα highlight, φυσικά, είναι και το Βόρειο Σέλας. Εμείς εδώ είμαστε πολύ τυχεροί, καθώς το βλέπουμε πολύ συχνά. Αλλά δεν το βαριέσαι ποτέ, είναι όντως πολύ εντυπωσιακό ενώ ανάλογα την ημέρα και τον καιρό ο ουρανός παίρνει άλλοτε κίτρινο, μπλε ή κόκκινο χρώμα» περιγράφει ο Αποστόλης Σπανός.

Σε κοντινή απόσταση από το Jukkasjärvi (περίπου 20 λεπτά οδικώς) βρίσκεται η Κιρούνα, η βορειότερη πόλη της Σουηδίας, όπου εδρεύει το μεγαλύτερο υπόγειο ορυχείο σιδήρου σε όλο τον πλανήτη.

«Βλέπεις μια τεράστια πυραμίδα, στη μέση μιας πολικής περιοχής, να βγαίνει μέσα από τη γη και παθαίνεις σοκ, ειδικά όταν την αντικρίζεις για πρώτη φορά. Γενικά, η Λαπωνία είναι μια κατηγορία από μόνη της. Είναι ένα μέρος μοναδικό, που δεν συγκρίνεται ούτε καν με την υπόλοιπη Σουηδία. Αυτό ισχύει και για τα φυσικά κάλλη της αλλά και για τη συμπεριφορά των ανθρώπων» υποστηρίζει ο Βιτάλιος Χύκα.

Όσο για την πανδημία, οι περιορισμοί μοιάζουν με έννοια άγνωστη στην άλλη άκρη της Ευρώπης

«Δεν έχουμε καταλάβει πανδημία εδώ που είμαστε. Δεν υπάρχουν τα περιοριστικά μέτρα που έχουν επιβληθεί στην Ελλάδα ή στην υπόλοιπη Ευρώπη, ούτε μάσκες και τέτοια πράγματα, γενικότερα στη Σουηδία και ειδικά στην Λαπωνία. Ναι μεν προσέχουμε την ατομική μας υγιεινή, αλλά δεν επικρατεί όλος αυτός ο πανικός. Οπότε, καλύτερα που είμαστε στον Βόρειο Πόλο με -40 βαθμούς, παρά σε αυτή την κατάσταση» καταλήγει ο Βιτάλιος.

Μοναδικό, ίσως, «αγκάθι» είναι η λεγόμενη πολική νύχτα που επικρατεί αυτή τη στιγμή στην Λαπωνία, με το σκοτάδι να κυριαρχεί όλη την ημέρα εκτός από 2-3 ώρες που ξεπροβάλλει ένα φως σαν σούρουπο. Η «μεγάλη νύχτα», όμως, κρατάει μόνο για 2-3 μήνες. Ενώ η μαγεία παραμένει όλο τον χρόνο…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWS2U ΣΤΟ INSTAGRAM