Η υπόθεση «Ντρέιφους» ήταν μια από τις μεγαλύτερες δικαστικές πλάνες που σημειώθηκαν στην παγκόσμια ιστορική διαδρομή, τόσο εκκωφαντικά σημαντική που αποτελεί από την εποχή της λύσης της και μετά, εύκαιρη παρομοίωση για κάθε δικαστική πλάνη που ακολούθησε σε βάθος δεκάδων χρόνων.
Του Γιάννη Βασιλακόπουλου
Είχε ειδικό συμβολικό βάρος που εξελίχθηκε διαχρονικά, αλλά και κορυφαίο ειδικό πολιτικό βάρος την εποχή κατά την οποία έλαβε χώρα. Στο επίκεντρο μιας πολυσύνθετης, δραματικής όσο και καλοστημένης πλεκτάνης, βρέθηκε ένας Γάλλος στρατιωτικός, Εβραϊκής όμως ρίζας, ο Άλφρεντ Ντρέιφους. Η καταγωγή του, λέγεται ακόμη και σήμερα ότι, αποτέλεσε για πολλούς προσκηνιακούς και παρασκηνιακούς κατηγόρους του, μια πρώτης τάξεως αφορμή κι έτσι δεν είναι λίγοι εκείνοι που μιλούν για τον πρώτο σπόρο αντισημιτισμού στην Ευρώπη περίπου τέσσερις δεκαετίες πριν ο Αδόλφος Χίτλερ ξεκινήσει να κακοποιεί το σώμα της Γηραιάς Ηπείρου.
Στο φόντο της ιστορίας βρισκόταν η Τρίτη Γαλλική Δημοκρατία που μετρούσε, ακόμη, τις πληγές της από την πολεμική συντριβή της από την Πρωσία περίπου 20 χρόνια πριν, με κάποιες αμυδρές ενδείξεις νέας ευημερίας, αλλά και πολλές δομές της διάτρητες τόσο που να επιτρέπουν την άνθιση σκανδάλων, όπως η υπόθεση του Παναμά, όπου είχαν εγκαταλειφθεί οι εργασίες διάνοιξης της διώρυγας. Αυτό είχε ως συνέπεια αφενός οι μέτοχοι της εταιρείας να χάσουν τεράστια ποσά, (περισσότερα από 1 δισεκατομμύριο γαλλικά φράγκα), αλλά και στις τάξεις του στρατού όπου απόρρητα έγγραφα διέρρεαν με την ευκολία … κουτσομπολιού.
Ο ρόλος της καθαρίστριας
Σε μια τέτοια υπόθεση ενεπλάκη το όνομα του Γάλλου λοχαγού Ντρέιφους. Πολλοί άνθρωποι ενεπλάκησαν σε αυτήν την ιστορία με «κεντρικό κομιστή» μια … καθαρίστρια της Γερμανικής πρεσβείας, στρατολογημένη από την Γαλλική υπηρεσία στατιστικής με το όνομα Μαντάμ Μπαστιάν η οποία όπως έκανε κάθε φορά, μάζεψε προσεκτικά τα διάφορα χαρτιά - απορρίμματα, από τα καλάθια των γραφείων της πρεσβείας και τα έστειλε με κάποιο σύνδεσμο στην Υπηρεσία Στατιστικής.
Η τελευταία όμως αποστολή περιείχε μια ανυπόγραφη επιστολή ιδιαίτερης σημασίας που απευθυνόταν στον τότε Γερμανό στρατιωτικό ακόλουθο Σβάρτσκοπεν, η οποία αρχικά χαρακτηρίστηκε ως «Lettre missive» και στη συνέχεια ομοίως εσφαλμένα «bordereau». Σε αυτήν την επιστολή γινόταν αναφορά σε κρίσιμα στρατιωτικά ζητήματα κι έτσι άρχισε να πλέκεται μια σύνθετη και σκοτεινή ιστορία κατασκοπείας. Ο γραφικός χαρακτήρας αποδόθηκε μετά από μακρόσυρτες ανακρίσεις στον λοχαγό Ντρέιφους, ο οποίος συνελήφθη και στάλθηκε, στις 13 Απριλίου 1895, στο Νησί του Διαβόλου (τόπος εξορίας) στη Γαλλική Γουιάνα για να εκτίσει την ποινή του.
Ο Ντρέιφους έλεγε συνεχώς και ανυποχώρητα «είμαι αθώος» και προσκόμιζε συνεχώς ισχυρά αποδεικτικά. Η δίκη σκιάστηκε από τη «σπουδή» που επέδειξε ο υπουργός - στρατηγός Μερσιέ, που ασκώντας κατάφωρη κατάχρηση εξουσίας, στην προσπάθειά του να προκαταλάβει την όλη εκδίκαση, παραδίδει στο στρατοδικείο έναν «μυστικό φάκελο» που περιελάμβανε κάποια προσεκτικά επιλεγμένα έγγραφα, δήθεν «ντοκουμέντα» που στόχευαν στην επιβεβαίωση σχέσεων του Ντρέιφους με τον Γερμανό ακόλουθο. Συνέχεια δε αυτού ήταν επιπλέον και η απαγόρευση στην υπεράσπιση του Ντρέιφους να λάβει γνώση του περιεχομένου του μυστικού φακέλου.
Η παρέμβαση του Εμίλ Ζολά
Η κορύφωση των αντιδράσεων του πνευματικού αλλά και του προοδευτικού πολιτικού κόσμου της εποχής για την στημένη δίκη του λοχαγού ήρθε μια μέρα σαν σήμερα το 1898. Τότε παρενέβη ο συγγραφέας Εμίλ Ζολά, ο οποίος στις 13 – 14 Ιανουαρίου 1898 δημοσίευσε στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας «L' Aurore» το περίφημο «Κατηγορώ…!».
Μια ανοιχτή επιστολή προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο Ζολά κατηγόρησε τον Στρατό ότι συγκάλυψε τη λανθασμένη καταδίκη του Ντρέιφους και αθώωσε τον Εστερχάζι με εντολή του Υπουργείου Στρατιωτικών. Παράλληλα, δήλωνε την απέχθειά του προς την υποκρισία και τον φανατισμό. Το τεύχος της εφημερίδας τυπώθηκε σε 300.000 αντίτυπα αντί των 30.000 που ήταν ο συνηθισμένος αριθμός και έγινε ανάρπαστο. Το κείμενο αυτό αποτέλεσε την κύρια αιτία για την αναψηλάφηση της δίκης.
Εν τω μεταξύ βρέθηκε και ο αληθινός προδότης: Ο αντισυνταγματάρχης Ζωρζ Πικάρ, αντικαθιστώντας τον προκάτοχο του συνταγματάρχη Σαντέρ, στην διοίκηση της υπηρεσίας Στατιστικής, παρέλαβε από την κ. Μπαστιάν (την καθαρίστρια της γερμανικής πρεσβείας) ένα νέο χειρόγραφο από το καλάθι αχρήστων του ίδιου του στρατιωτικού ακολούθου, που είχε χαρακτήρα επείγουσας επιστολής και που ονομάστηκε «Petite bleu».
Το χειρόγραφο αυτό είχε τον ίδιο γραφικό χαρακτήρα του «μποντερώ» που είχε καταλογιστεί στον Α. Ντρέιφους, με την διαφορά όμως ότι ο τελευταίος βρισκόταν ήδη εκτοπισμένος στο Νησί του Διαβόλου! Το νέο όμως χειρόγραφο ήταν και περισσότερο αποκαλυπτικό, φέροντας όνομα και διεύθυνση αποστολέα, κάποιου Γάλλου ταγματάρχη του 74ου συντάγματος πεζικού. Ο Πικάρ δικαιολογημένα εξανέστη «Ω Μον-Ντιέ (=Θεέ μου) άλλος... είναι ο προδότης!» και αμέσως διέταξε την διεξαγωγή ανακρίσεων. Ο αποστολέας του «Petite bleu» ήταν υπαρκτός: Ο ουγγρικής καταγωγής ταγματάρχης Φέρντιναντ Εστερχάζι.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
- Νίκος Καββαδίας, ένας «Άγιος καταραμένος ποιητής»
- Δημήτρης Χορν: Οι παραξενιές ενός «αντιεμπορικού» ηθοποιού που έγινε μύθος
- Ανασκόπηση 2020: Oι θάνατοι που μας συγκλόνισαν