Θολό τοπίο στη διαχείριση της οικονομίας

Χαράλαμπος Γκότσης
Youtube

Από τα βασικότερα στοιχεία για την άσκηση αποτελεσματικής οικονομικής πολιτικής είναι, η αντικειμενική αποτύπωση της κρατούσας κατάστασης και των προβλημάτων, μια ρεαλιστική στοχοθεσία καθώς και η επιλογή των αναγκαίων μέσων, τα οποία θα πρέπει να εφαρμοστούν τη σωστή χρονική στιγμή και στη σωστή δοσολογία. Με βάση αυτές τις αρχές της θεωρητικής οικονομικής πολιτικής, είναι φρόνιμο, να εξετάζει κανείς στοιχεία και πληροφορίες που καλούνται να υπηρετήσουν τους συγκεκριμένους σκοπούς.

Τα μεγάλα προβλήματα

Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι η χώρα μας, όχι μόνο λόγω της πανδημίας, αλλά και από το παρελθόν, κουβαλά σωρεία σημαντικών προβλημάτων, τα οποία συσσωρεύθηκαν, με αποτέλεσμα να χρειάζεται τιτάνια προσπάθεια για να αντιμετωπιστούν. Στρεβλώσεις, όπως στη λειτουργία του κράτους, στην απονομή δικαιοσύνης σε συνδυασμό με την πολυνομία, στην ψηφιακή προσαρμογή, στο ασφαλιστικό σύστημα, στους εισπρακτικούς μηχανισμούς και άλλες, εμποδίζουν τη μετάβαση στη σύγχρονη εποχή. Αν προσθέσουμε και το μεγαλύτερο διεθνώς, μετά την Ιαπωνία, δημόσιο χρέος, το υπέρογκο πλέον ιδιωτικό χρέος, τις τράπεζες που λόγω των μη εξυπηρετούμενων δανείων αδυνατούν να εκπληρώσουν την αποστολή τους, τη φοροδιαφυγή η οποία καλά κρατεί, την υπογεννητικότητα, τη χαμηλή παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας και το μεγάλο επενδυτικό κενό που εδώ και χρόνια περιμένει να καλυφθεί, τότε διαπιστώνουμε, ότι η πραγματικότητα διαγράφεται με επιείκεια έκφρασης τουλάχιστον γκρίζα.

Η οικονομική συγκυρία

Από το Σεπτέμβριο του 2019 η χώρα βρίσκεται σε ύφεση. Το 2020, κυρίως με αιτία την πανδημία και τα αναγκαία υγειονομικά μέτρα ακινητοποίησης της οικονομικής δραστηριότητας αλλά και της ανεπαρκούς στήριξης της οικονομίας, καταγράφηκε, με βάση τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, μείωση του ΑΕΠ κατά 8,2%. Το δημοσιονομικό έλλειμμα εκτοξεύθηκε στο 10% του ΑΕΠ, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών του ισοζυγίου πληρωμών στο 6,7%, το δημόσιο χρέος στο 209% του ΑΕΠ, ενώ προστέθηκαν άλλα 10 δις Ευρώ στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών. Οι επιπτώσεις στην απασχόληση αλλά και στις αντοχές των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων δεν έχουν καταγραφεί ακόμη, αφού λειτουργούν με μηχανική υποστήριξη συνδεδεμένες με τον προϋπολογισμό.

Οι προοπτικές

Το πρώτο τρίμηνο του 2021 βρήκε τη χώρα σε καθολικό Lockdown και συνεπώς σε πλήρη ακινησία σημαντικών τμημάτων της αγοράς, όπως είναι το λιανικό εμπόριο, η εστίαση, οι μεταφορές, οι τουριστικές επιχειρήσεις κ.α. Το δεύτερο τρίμηνο συνεχίστηκε με τα ίδια προβλήματα αλλά και με την ελπίδα ότι, η έξαρση της πανδημίας με την επικείμενη βελτίωση του καιρού και την πρόοδο της προσπάθειας για να αποκτήσει ο πληθυσμός την πολυπόθητη ανοσία, θα υποχωρήσει, και θα επιτρέψει σε δραστηριότητες που βρίσκονται σε ακινησία να επαναλειτουργήσουν. Όμως, η αβεβαιότητα εξακολουθεί να απλώνει τη σκιά της στις αποφάσεις επιχειρήσεων και καταναλωτών, κάτι που σημαίνει, ότι για να περάσουμε στη φάση της ανάκαμψης, το κράτος θα πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλία και να στηρίξει επιχειρήσεις και κατανάλωση για να καλύψει τις αδυναμίες της αγοράς. Οι προβλέψεις για την πορεία του ΑΕΠ στο σύνολο του 2021 βρίσκονται την περιοχή του 3%, τόσο μεταξύ των εθνικών φορέων (Τράπεζα της Ελλάδος, ΙΟΒΕ), όσο και στις εκθέσεις της Ε.Ε. Η βασική πηγή άντλησης αισιοδοξίας προέρχεται από την έναρξη του προγράμματος του Ταμείου Ανάκαμψης της Ε.Ε., σε συνδυασμό με ένα καλύτερο τουριστικά έτος από εκείνο του 2020. Παρότι το πακέτο των 750 δις της Ευρώπης για την ενίσχυση κυρίως των πληγέντων οικονομιών, αποτελεί μια πολύ θετική εξέλιξη, αφού για πρώτη φορά η Ευρώπη δανείζεται αλληλέγγυα για να στηρίξει χώρες μέλη, όμως σε σύγκριση με τις ΗΠΑ ή τη Μεγάλη Βρετανία, το ποσό είναι μικρό και εκτός αυτού φρόντισε η γερμανική κυβέρνηση δια της Καγκελαρίου να την χαρακτηρίσει ως «εξαίρεση», ότι πρόκειται δηλαδή για μια μοναδική παραχώρηση, η οποία δεν επιτρέπεται να επαναληφθεί. Βεβαίως, σε ότι αφορά στο ύψος του πακέτου, η Ευρώπη είναι ξεκάθαρη, ότι δηλαδή έχει την έννοια της συμπληρωματικής χρηματοδότησης μαζί με τους εθνικούς πόρους, που οφείλουν τα κράτη να κινητοποιήσουν. Άρα, δεν είναι αρκετό να αναμένουμε μόνο τους ευρωπαϊκούς πόρους, με τους οποίους θα βοηθήσουμε να ανακάμψει η οικονομία, αλλά θα πρέπει να γίνουν προσπάθειες στο μέτρο του δυνατού, να ασκήσουμε επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, ώστε να οδηγηθούμε σε υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης.

Ο τουρισμός

Αν όμως για τη συμβολή του Ταμείου Ανάκαμψης, τηρουμένων των χρονοδιαγραμμάτων, υπάρχει σχεδόν καθαρή εικόνα, εκείνο που καθιστά αβέβαιη την πρόβλεψη για την εξέλιξη του ΑΕΠ το 2021 είναι οι εξελίξεις στον τουριστικό τομέα. Ο αρχικός στόχος της οικονομικής πολιτικής τέθηκε αρχικά, σε ότι αφορά τα έσοδα, στο 40-50 % των επιδόσεων του 2019. Με δεδομένο ότι η χώρα συγκαταλέγεται πλέον (βλ. απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ) μεταξύ εκείνων, που υπάρχει επιδημιολογική έξαρση και οι τουρίστες κινδυνεύουν αν την επισκεφθούν, τη σύσταση μεγάλων πελατών της Ελλάδος, (Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία ) προς τους πολίτες τους για ενίσχυση του εσωτερικού τους τουρισμού, αλλά και την καλλίτερη υγειονομική κατάσταση ανταγωνιστριών χωρών, όπως είναι η Ισπανία ή η Πορτογαλία, θεωρείται αμφίβολο, αν καταφέρουμε να διπλασιάσουμε το σκορ του 2020. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε ίσως να συμβεί, αν στο υγειονομικό κομμάτι οι εξελίξεις σε Ελλάδα και χώρες προέλευσης θα διαγράφονταν από εδώ και στο εξής χωρίς προβλήματα. Προς το παρόν κρατάμε, ότι οι κρατήσεις για τους μήνες μέχρι τον Αύγουστο είναι σχεδόν ανύπαρκτες και συμβόλαια που αφορούν τους προηγούμενους μήνες μεταφέρονται για το 2022. Ακόμη σε ότι αφορά την οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων θα καταγραφεί άλλη μια δύσκολη χρονιά, δεδομένου ότι πέρυσι πολλές δεν άνοιξαν, με αποτέλεσμα ακόμη και μια αύξηση του αριθμού των τουριστών να μοιράζεται σε περισσότερους αποδέκτες. Μία επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου μέχρι και το Νοέμβριο, θα μπορούσε χωρίς αμφιβολία να δώσει μια ικανοποιητική ανάσα για αρκετές τουριστικές επιχειρήσεις, που αντιμετωπίζουν για δεύτερη συνεχή χρονιά μεγάλες δυσκολίες, αλλά και στα οικονομικά της χώρας. Σε κάθε περίπτωση όμως, μια επιστροφή στην κανονικότητα και στην ανάκτηση του χαμένου ΑΕΠ, λόγω της υγειονομικής κρίσης, δεν είναι δυνατό να αναμένεται πριν από τα τέλη του 2023.

*Καθηγητής Οικονομικών, τ. Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, Χαράλαμπος Γκότσης

Πώς σας φάνηκε αυτό το άρθρο;

  • Διαφωνώ απόλυτα
  • Συμφωνώ απόλυτα