Χαλκευμένα δημοσιεύματα για όργια με ανθρώπους και σκύλους προσπάθησαν κάποτε να σπιλώσουν μια από τις μεγαλύτερες Ελληνίδες ηθοποιούς
Ήταν η εποχή που ο καρκίνος είχε ήδη χτυπήσει την Έλλη Λαμπέτη, μα η ίδια έδωσε την άνιση μάχη με τον χουντικό ανεμιστήρα της λάσπης και νίκησε.
Είναι συνήθεια παλιά να μπαίνουν πιο εύκολα στο στόχαστρο οι άνθρωποι του θεάτρου και του κινηματογράφου – δίκαια ή άδικα.
Η λάμψη και η προβολή τούς κάνει, συχνά, πιο ευάλωτους, ειδικά όταν το... «γκελ» που κάνουν κάποιοι από αυτούς στην κοινωνία κρίνεται άβολο γι' αυτούς που έχουν το πολιτικό κουμάντο μιας συγκεκριμένης χρονικής συγκυρίας.
Κι ενώ όλα αυτά μπορεί να μην έχουν καμία σχέση με όσα εξελίσσονται κι ακούγονται στις μέρες μας, αν αναστατώσουμε τις προθήκες του χρόνου, θα βρούμε πολύ μεγάλους ηθοποιούς να έχουν μπει στη «μηχανή του κιμά» σε μια επιχείρηση απομυθοποίησής τους.
Ανάμεσα σε αυτούς, η μεγάλη Έλλη Λαμπέτη δέχτηκε κάποια στιγμή μια απίστευτη συκοφαντική επίθεση από τον κατευθυνόμενο Τύπο της χούντας, καθώς το όνομά της ενεπλάκη στο μεγαλύτερο ροζ σκάνδαλο της εποχής.
Η λάσπη –γιατί αποδείχτηκε ότι ήταν λάσπη– δεν «κόλλησε» πάνω στην «Κόρη του Κιθαιρώνα». Την ταλαιπώρησε όμως για πολύ καιρό…
Στα 1971, το καθεστώς των συνταγματαρχών δείχνει για τα καλά τα δόντια του, καθώς βρισκόμαστε ακριβώς στο μέσον της πιο μελανής περιόδου της σύγχρονης ιστορίας μας.
Οι μηχανισμοί έχουν σκληρύνει και οι άνθρωποι του πολιτισμού θεωρούνται οι «υπ’ αριθμόν 1 εχθροί», αφού «διαφθείρουν τους πολίτες, δρώντας αντεθνικά», όπως έγραφαν συχνά πυκνά οι κατευθυνόμενοι κοντυλοφόροι της δύσκολης εποχής.
Η Έλλη Λαμπέτη, σταμπαρισμένη αριστερή, από τότε στα Βίλια που η πολύπαθη οικογένεια Λούκου μετρούσε πληγές από τον πόλεμο και την αρρώστια, αφού ο καρκίνος είχε στρογγυλοκαθίσει από νωρίς στο φτωχό σπιτικό της, θεωρήθηκε «εύκολος στόχος» για τη χούντα, αν και ήδη καταξιωμένη ηθοποιός, πραγματική, ακαταπόνητη «ιέρεια» του θεάτρου.
Το πρωινό της 11ης του Φλεβάρη του 1971 οι εφημερίδες «αποκαλύπτουν» μια… βίλα οργίων στο γκολφ της Γλυφάδας, όπου «από διετίας λαμβάνουν χώρα απερίγραπτες καταστάσεις σεξουαλικού περιεχομένου, με συμμετέχοντα εύπορα, προβεβλημένα και ανήθικα άτομα, ένας κύνας, καθώς και πρωταγωνιστές του θεάτρου».
Το όνομα της μεγάλης Έλλης Λαμπέτη ανακατεύτηκε στον σωρό
Η «δουλειά» είχε γίνει. Το όνομα της Λαμπέτη σπιλώθηκε ανεπανόρθωτα, με τους χαρακτηρισμούς προς το πρόσωπό της να γίνονται όχι μόνο δημόσια, αλλά και μπροστά στην ίδια. Κατά τη διάρκεια της θεατρικής παράστασης «Λαίδη», στην οποία πρωταγωνιστούσε, το κοινό μετά το σκάνδαλο μιμούνταν τους σκύλους φωνάζοντας «γαβ γαβ».
Η Λαμπέτη, 45 ετών τότε και ήδη χτυπημένη από τον καρκίνο, δεν άφησε το θέμα έτσι. Τα περιθώρια αντίδρασής της ήταν ασφυκτικά στενά, αλλά το ξέσπασμά της μπροστά στον ανακριτή, στον οποίο κλήθηκε για να «απολογηθεί», ήταν αποστομωτικό ακόμη και για τον λειτουργό της χούντας.
«Έπρεπε να με ρωτήσετε εάν έχω άλλοθι. Έτσι δεν κάνετε με όλους τους κατηγορούμενους; Το άλλοθί μου είναι τα αρχεία του "Ευαγγελισμού". Ήμουν με γάζες και σωληνάκια για δύο εβδομάδες. Αλλά σηκώθηκα να κάνω πρόβες στο θέατρό μου. Ξέρετε γιατί; Ζουν 35 άνθρωποι από μένα και έπρεπε να τους σκεφτώ. Δεν έχω Μερσεντές, όπως ισχυρίζεστε, δεν οδηγώ καν. Εγώ δεν έχω δικαίωμα λόγου;» είπε η Έλλη Λαμπέτη πετώντας τα χαρτιά της δικογραφίας στα μούτρα του ανακριτή, όπως είπε η ίδια σε μεταγενέστερη συνέντευξή της στο περιοδικό «Επίκαιρα».
Εκείνη την εποχή ένας δημοσιογράφος ρώτησε τη Λαμπέτη:
- Κατεβάζετε το έργο επειδή σας πείραξαν τα «γαβ γαβ»;
- Όχι, κύριε. Κατεβάζω το έργο επειδή είμαι πολύ άρρωστη.
Τότε ήταν η πρώτη φορά που παραδέχτηκε ανοιχτά ότι είχε καρκίνο.